Γράφει ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος
Πριν σε γνωρίσω, ένα ρολόι φορούσα στο χέρι, δώρο που είχα κάνει κάποτε εγώ ο ίδιος στον εαυτό μου.
Δεν θυμάμαι γιατί ήθελα τόσο πολύ να το αγοράσω, ίσως ήταν η μόδα της εποχής.
Το απόλυτο ανδρικό αξεσουάρ… ή ίσως ήθελα κάτι μικρό να μου υπενθυμίζει τον χρόνο που κυλάει δίχως γυρισμό.
Καφέ δερμάτινο λουρί, πράσινο καντράν με ένδειξη ημερομηνίας.
Όταν το είδα, ξετρελάθηκα.
Αυτός ο μικρός, ασταμάτητος κύκλος μπήκε στη ζωή μου, ομορφαίνοντας τον καρπό μου, κι έγινε ένα κομμάτι της καθημερινότητάς μου.
Τρεις δείκτες ήταν αρκετοί να οργανώνουν μια καθημερινότητα, μία ρουτίνα που την ονόμαζα ζωή.
Για τον κάθε άνθρωπο “ζωή” είναι ό,τι έχει γνωρίσει· αυτήν είχα γνωρίσει κι αυτή έτρεχα να προλάβω.
Πρωί εργασία, μεσημέρι φαγητό, λίγη ξεκούραση, ατελείωτες δουλειές στο σπίτι, υποχρεώσεις, και ό,τι απρόβλεπτο εμφανιζόταν στο δρόμο μου, περνούσαν όλα απ’ το αξεσουάρ μου.
Μόνο λίγες στιγμές χαράς μού έδειχναν οι δείκτες του ανά διαστήματα.
Παρέα με φίλους για έναν καφέ μέσα στον μήνα, ένα Σάββατο για ένα ποτό, και καμιά φορά κάποιο χόμπι όταν υπήρχε χρόνος, συμπλήρωναν τις ευχάριστες στιγμές μου. Έτσι κυλούσαν τα χρόνια…
Όσο για τους έρωτες που πέρασαν απ’ τη ζωή μου, χάθηκαν κι αυτοί μέσα σε τρεις δείκτες, παίρνοντας μία θέση στο παρελθόν μου.
Καμιά φορά, η ζωή γίνεται πολύ περίεργη — ευχάριστα περίεργη, θα έλεγα.
Όσο καλοκουρδισμένη κι αν θέλουμε να είναι, γίνεται κάτι αναπάντεχο και ανατρέπει τα πάντα… ακόμη και τον ίδιο τον χρόνο.
Για μένα, αυτή η ανατροπή πραγματοποιήθηκε μία Κυριακή.
Μία ευχάριστα περίεργη Κυριακή ήταν η στιγμή που σταμάτησαν οι δείκτες του ρολογιού να γυρίζουν.
Ήταν η στιγμή που σε γνώρισα, αγάπη μου.
Ήταν η στιγμή που σταμάτησα να μετράω στιγμές.
Το αγαπημένο μου ρολόι… αχρείαστο πια.
Από τη στιγμή που οι καρδιές μας ενώθηκαν, κανένας κύκλος δεν μπόρεσε να κλείσει την αγάπη μας.
Κανένας δείκτης δεν μπόρεσε να δείξει την ευτυχία μας.
Κανένας χρόνος δεν μπορεί να μας χωρίσει,
γιατί για μένα είσαι η αρχή της ευτυχίας μου…
και το τέλος των λέξεών μου.