Γράφει η Βίκυ Πλευρίτη
Και φωνάζω το όνομα σου…. Μήπως και με νιώσεις, μήπως και με ακούσεις. Άλλοτε μες στη νύχτα , άλλοτε μέσα σε ξένες αγκαλιές που απλά δεν είναι η δική σου!
Και σε φωνάζω σχεδόν σπαρακτικά, άλλοτε νοερά, άλλοτε το ψελλίζω, άλλοτε το φωνάζω δυνατά! “Πού είσαι;” “με ακούς;”
Τη μορφή σου ξαφνικά μπροστά μου βλέπω και θέλω να σε αγγίξω, τα βλέφαρά σου να φιλήσω και σε όποια αγκαλιά και να ξαναμπώ ίδια ποτέ δεν θα ναι, γιατί εσύ ημέρεψες το αγρίμι. «Είναι αγρίμι ο άγγελος μου, μου’ λεγες»!
Εσύ ανέλαβες αυτό το ρόλο του θηριοδαμαστή και αφού με ημέρεψες πρώτα κατάφερες να με μεταμορφώσεις σε μια τρεμάμενη και απρόσιτη λύκαινα που βρυχάται κάτι νύχτες σαν και αυτή που δεν ξημερώνουν. Και αντιλαλεί: «Που είσαι;»
Μα όπως με έκανες να νιώσω εσύ άλλος δεν το έχει καταφέρει! Το όνομά σου φωνάζω! Το όνομά σου ψιθυρίζω! Για το όνομά σου σήμερα γράφω μα δεν θα το φανερώσω! Θα το αφήσω άγραφο και μονάχα εσύ ίσως και το καταλάβεις!
Σε αγάπησα, σε πόθησα, σε σένα αφέθηκα! Ψυχή παρέδωσα και την αλήθεια μου όλη! Μα δεν τη βάσταξες!
Τι άφησες τελικά πίσω σου, μόνο λέξεις που γράφουν δάκρυα και στεναγμούς, σπαραγμούς σε ξυπνήματα, που μπροστά μου στέκει μόνο η μορφή σου και φωνάζουν: «Που είσαι;»
Και φωνάζω το όνομα σου μπας και με ακούσεις, μήπως και το νιώσεις!