Γράφει η Τζένη Ζάικου
Αν μπορούσα να σε αλλάξω, θα το είχα κάνει. Μα αντίθετα, άλλαξα τον εαυτό μου για να προστατευτώ από εσένα. Σκλήρυνα. Με τα χρόνια, ένα κέλυφος δημιουργήθηκε γύρω μου, πάνω από το δέρμα μου, γύρω απ’ την καρδιά μου.
Ο πόνος και πάλι έφτανε ως εκεί, αλλά όχι με την ίδια σφοδρότητα. Ούτε έβρισκε έδαφος για να ξαποστάσει και να ξεπακετάρει. Κι όμως, όσο πόνο κι αν μου έχω γλιτώσει, τον απέφυγα πραγματικά; Ή μήπως περιμένει απλά μέχρι να κάνω το λάθος να ρίξω τα τείχη μου και τότε θα πέσει, δριμύτερος από ποτέ, να με πλακώσει;
Γι’ αυτό μάλλον οι άνθρωποι, όσο μεγαλώνουν, κλείνονται όλο και περισσότερο. Επειδή έχει μαζευτεί πολύς πόνος στη σειρά και περιμένει.
Τι ωραία όταν ήμασταν παιδιά, ε; Δεν υπήρχε φόβος συναισθημάτων, παρά μόνο ατόφια ζωή, αφιλτράριστη. Επενδύαμε χωρίς σκέψη, πέφταμε με τα μπούνια στις σχέσεις, εκφράζαμε τους πόθους, την αγάπη μας.
Εσύ πήρες χαμπάρι πότε άλλαξε αυτό; Οι περισσότεροι, πάντως, όχι. Αλλά αν πραγματικά θυμάσαι τη στιγμή που αλλάξανε όλα – αυτό μάλλον πονάει περισσότερο.
Είναι δύσκολη η συνειδητοποίηση ότι δεν έχουμε πλέον αυτή την παιδικότητα και αθωότητα, πως δεν είμαστε αυθόρμητοι, ειλικρινείς, αγαπησιάριδες. Όχι τόσο όσο παλιά, πάντως. Αλλά το να θυμάσαι την ακριβή στιγμή και κατάσταση κατά την οποία άρχισες να κλειδώνεις κομμάτια του εαυτού και της καρδιάς σου…
Το να μπορείς να ζήσεις ξανά και ξανά τη στιγμή που έχασες τόσα πολλά… Αυτό πρέπει να είναι αβάσταχτο.