Στο παιχνίδι του έρωτα θα χάσω εμένα, μα θα κερδίσω εσένα…
Γράφει η Ελένη Αράπη.
Τόσα χρόνια με το “εγώ” σου πορεύεσαι, δεν το βαρέθηκες;
Γυμνός μέσα στον έρωτα να μπαίνεις, χωρίς πανοπλία, πολεμιστής, ηττημένος, γδαρμένος, ζωντανός.
Ο φορών προφυλάξεις ανέγγιχτος, αχαράκωτος, ανύπαρκτος, νεκρός.
Πώς να βιώσεις το μέγεθος της μάχης, την οσμή του αίματος, την ηδονή της πτώσης, το κύκνειο άσμα πώς να το ψιθυρίσεις, αν στα όρια δεν έχεις ακροβατήσει, ανυπότακτος τυχοδιώκτης θανάτου· του δικού σου πάντα.
Και τι νομίζεις ότι είναι ο μέγιστος οργασμός παρά το χάσιμο, όταν το “εγώ” εξανεμίζεται κάτω από τη δίνη της ηδονής, όταν το “εσύ” και “εγώ” απλά δεν υπάρχει, εκείνη την ακαριαία στιγμή που η ψυχή γίνεται όλη αιθέρας, ένας· ελευθερώνεται από το σώμα, έστω και για μια στιγμή.
Μια σταγόνα η στιγμή, μα αρκεί!
Και μη νομίζεις ότι σου μιλώ μόνο για τον έρωτα, για τη συμπαντική στιγμή, που για τους εκλεκτούς κρατά για ώρες, για μέρες, για μήνες… που διάγεις σε μόνιμη οργασμική κατάσταση, ψυχική πληρότητα, όχι δεν σου μιλώ μόνο γι αυτό.
Σου μιλώ για τις απλές, μοναχικές, καθημερινές στιγμές, γιατί στη μοναξιά σου ριζώνει ο έρωτας, στην αναμέτρηση με το “εγώ” σου. Στο μαζί θρέφεται, μα στην απουσία ζυγίζεται το βάρος της έλλειψης, σου ροκανίζει την ψυχή, μα και τη λευτερώνει τη στιγμή που οι δυο έσονται εις σάρκα μία.
Δίχως την απουσία, το μαζί θα έχανε το όνειρό του, θα γινόταν εθισμός, συμβόλαιο, αρρώστια.
Μακριά απο εμάς οι τίτλοι.
Μακριά από εμάς οι υποσχέσεις ζωής.
Το “για πάντα” είναι φυλλοβόλο δέντρο που μαραίνεται, σαπίζει, εκπίπτει κάθε φθινόπωρο, μα η απουσία είναι ρίζα, ενθύμηση, βαθαίνει το μαζί.
Στερησέ με, ρίζες μέσα μου βγάλε.
Πόνεσε με, γυμνός πάντα.
Το κορμί σου μαχαίρι.
Η ψυχή σου δίδυμη φλόγα.
Μόνο έτσι μπορεί ο έρωτας να ανασαίνει, αγαπώντας σε κάθε ξημέρωμα, εκ νέου.
Διεκδικώντας σε αενάως στο διηνεκές.
Έλα να παίξουμε
το ξέρω ότι θα χάσω εμένα
μα θα κερδίσω εσένα.
Έλα να χαθούμε.
LoveLetters