Γράφει η Βάσω Θεοδωρίδου.
Ποτέ μου δε σε ένιωσα δεδομένο, πάντα φοβόμουν πως μία μέρα θα σε χάσω.
Δεν επαναπαύτηκα ούτε στιγμή μαζί σου, γιατί ήξερα ότι όλα στη ζωή μπορούν να αλλάξουν σε κλάσματα δευτερολέπτου και εγώ δεν ήθελα να πετάω στα σύννεφα και κάποια στιγμή να προσγειωνόμουν απότομα. Δεν άντεχα στην ιδέα ότι θα με παρατούσες πίσω μόνη μου να παλεύω με τα συναισθήματα και τη λογική μου. Η καρδιά να μου λέει προσπάθησε και η λογική να με συγκρατεί.
Δεν ήθελα ξανά να με πληγώσεις, το είχες κάνει ήδη μια φορά και εγώ κατάφερα να το ξεχάσω και να αφεθώ σε όλα αυτά που ένιωθα για σένα. Επιθυμία, έρωτα και ηρεμία ψυχής ήταν τα κυρίαρχα συναισθήματα που μου πρόσφερες και ήταν σημαντικά και αρκετά για να με κάνουν να ξανά γυρίσω.
Όμως όχι, αυτήν τη φορά δε θα σε θεωρούσα δεδομένο, δε θα έπεφτα με τα μούτρα στη σχέση μας, δε θα με άφηνα πάλι έρμαιο στα χέρια σου. Φοβόμουν πια τις απότομες αλλαγές σου μόλις ένιωθες και πάλι ότι πιέζεσαι και ότι πνίγεσαι από τα ίδια σου τα αισθήματα, που θα σε έκαναν να αφεθείς και να δεθείς και εσύ μαζί μου.
Αυτή τη φορά είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πως δε θα σου παραδοθώ αμέσως, πως προτεραιότητά μου θα είμαι εγώ και πως δε θα έκανα τα λάθη του παρελθόντος.
Θα κρατούσα κάτι και για μένα, δε θα σου τα πρόσφερα όλα απλόχερα.
Το έκανα μόνο και μόνο για μένα, έχτιζα γύρω μου την προστασία που δεν θα μπορούσε κανείς να μου δώσει και έλεγα στον εαυτό μου ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο στη ζωή και έτσι προχωρούσα.
Προχωρούσα στηριζόμενη στα πόδια μου και μόνο, γιατί οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν και δεν γίνεται να εξαρτόμαστε από αυτούς. Δεν το έκανα από αδυναμία πίστεψέ με, το έκανα με απόλυτη επίγνωση του ποια είμαι και τι θέλω στη ζωή μου και από έναν άνθρωπο. Το έκανα με απόλυτη επίγνωση του ότι σε θέλω, αλλά δε θα σε άφηνα να μου κάνεις ξανά κακό.
