Γράφει η Άννα Μαρκοπούλου
Δεν με κέρδισες. Σε άφησα να πιστέψεις ότι μπορείς. Και ξέρεις γιατί; Γιατί αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να δεις τον εαυτό σου όπως τον ήθελες. Ικανό, δυνατό, νικητή. Αλλά η αλήθεια; Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν είχες την παραμικρή πιθανότητα να με κερδίσεις πραγματικά.
Εγώ διάλεξα να μπω στη ζωή σου. Εγώ διάλεξα να σου δώσω χώρο, χρόνο, στιγμές. Δεν ήταν παιχνίδι και σίγουρα δεν ήταν μάχη. Ήταν απόφαση. Μια δική μου απόφαση. Κι εσύ πίστεψες πως ήσουν αρκετός για να με κάνεις να λυγίσω, να με κρατήσεις, να με έχεις. Μα η πραγματικότητα είναι πιο σκληρή: εγώ κρατούσα τα χαρτιά. Εγώ καθόριζα το πότε και το πώς.
Δεν ήταν ότι ήσουν κακός παίκτης. Ήσουν απλώς προβλέψιμος. Έπαιξες το ρόλο σου καλά, είπες τις σωστές λέξεις, έκανες τις σωστές κινήσεις. Και σε άφησα να πιστέψεις ότι κέρδιζες. Γιατί ήξερα ότι, αν σου έδειχνα την αλήθεια, δεν θα μπορούσες να την αντέξεις. Ότι η νίκη που νόμιζες πως είχες δεν ήταν ποτέ δική σου. Ήταν δώρο. Ένα δώρο από μένα.
Και τώρα, που το «παιχνίδι» τελείωσε, θέλω να σου πω κάτι. Δεν φταίει που δεν ήσουν αρκετός. Φταίει που δεν κατάλαβες πως εγώ δεν είμαι τρόπαιο. Δεν είμαι κάτι που μπορείς να κερδίσεις, να κατέχεις, να ελέγξεις. Είμαι επιλογή. Είμαι εκείνη που αποφασίζει πότε μένει και πότε φεύγει.
Μην με παρεξηγείς. Δεν σου κρατάω κακία. Ήσουν μέρος μιας ιστορίας που διάλεξα να ζήσω. Μιας ιστορίας που, για λίγο, σου έδωσα τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Αλλά να ξέρεις, το τέλος το έγραψα εγώ. Εγώ αποφάσισα πότε θα πέσει η αυλαία.
Δεν με κέρδισες. Δεν θα μπορούσες ποτέ να με κερδίσεις. Γιατί εγώ δεν είμαι κάτι που μπορεί να κατακτηθεί. Είμαι κάτι που δίνεται, όταν και αν το επιλέξω. Και τώρα, αυτή η αυταπάτη που σου χάρισα τελείωσε. Ελπίζω να τη χάρηκες. Γιατί ήταν το πιο αληθινό ψέμα που έζησες ποτέ.