Γράφει η Βάσω Θεοδωρίδου
Μερόνυχτα περίμενα ένα μήνυμά σου.
Ένα σημάδι πως και γω τριγυρνάω μέσα στο μυαλό σου.
Πως δεν είμαι μόνη σε όλο αυτό.
Δεν λαχταράω μόνο εγώ το μαζί!
Ότι όσο δειλοί και αν είμαστε κάποιες φορές οι άνθρωποι μπροστά στο συναίσθημα τα αφήνουμε όλα πίσω μας και πασχίζουμε να φέρουμε τον άνθρωπό μας κοντά μας.
Όμως εσύ; Τι γινόταν με εσένα; Γιατι δεν έκανες ούτε ένα βήμα μπροστά;
Δεν ένιωθες; Δεν ήθελες; Φοβόσουν;
Ποτέ δε θα το μάθω. Αν δεν μιλήσεις για τις σκέψεις,τα αισθήματά σου ή αν δεν κάνεις έστω μια προσπάθεια να μου μιλήσεις δε θα μάθω ποτέ τι είναι αυτό που σε κρατάει μακριά μου.
Και να σου πω κάτι; Είναι κρίμα να μείνεις απωθημένο επειδή εσύ απλά δεν τόλμησες ούτε απόψε να μου μιλήσεις για σένα.
Να μου πεις για τους φόβους σου,τις ανασφάλειες σου,για αυτά που σε κάνουν χαρούμενο.
Να καταφέρω και γω να σε νιώσω,να σε καταλάβω.
Γιατί είναι κρίμα να καίγομαι με τη σκέψη τι θα γινόταν αν…;
Αυτό το “αν” που βασανίζει ολάκερη την ύπαρξη μας και εσύ μου το προσφέρεις απλόχερα.
Αν έστελνες, αν μιλούσες,αν ένιωθες, αν τολμούσες…
“Αν” δίχως νόημα και αξία που στροβιλίζουν στο κεφάλι μου ψάχνοντας απεγνωσμένα ελπίδα για κάτι που ίσως δε θα συμβεί ποτέ.
Και αυτό γιατί;
Γιατι δεν είχες το θάρρος να μου μιλήσεις! Να μου πεις ξεκάθαρα ποιός είσαι και τι θες; Για ποιο λόγο σε γνώρισα και από τότε δεν μπορώ να σε ξεχάσω;
Ενώ εσύ κάνεις τα αδύνατα δυνατά να φύγεις από μένα. Μόνο και μόνο επειδή δεν μπορείς να με αντιμετώπίσεις.
Εμένα και τα συναισθήματά μου. Ίσως και τα δικά σου. Αυτό δεν το ξέρω.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι εξαιτίας της δικής σου δειλίας εγώ έμεινα απογοητευμένη και γεμάτη ερωτήματα και το μαζί ένα άπιαστο όνειρο.
