Γράφει η Νένα Παπαδοπούλου
Με πλήγωσες πολύ. Σε πίστευα βαθιά και ολοκληρωτικά σε ότι και αν μου έλεγες. Ήσουν ο άνθρωπος μου, ο άνθρωπος που με βοήθησε να βγω απο το χαντάκι της μοναξιάς μου και να σηκώσω το κεφάλι προς το φως, το φως του έρωτα μας.
Το χαντάκι όμως έμεινε εκεί και το ψέμα σου με έριξε ξανά μέσα. Γιατί; Γιατί τόσο ψέμα; Γιατί να υπάρχω στην ζωή σου αφου επέλεξες να με κοροιδέψεις; Γιατί αποζητούσες την αγκαλιά μου, την αγάπη μου και το μυαλό μου αφού εσύ σκορπούσες σαν τη σκόνη τα δικά σου αλλού;
Πάντα θα πετροβολούν την ψυχή μου αυτά τα ερωτηματικά. Και ξέρεις γιατί; Γιατί ενώ κατάφερα να βγω απο την λάσπη που με έριξες, να καθαρίσω την ψυχή μου και να προχωρήσω μπροστά και σταθερά, ποτέ δεν κατάφερα να αναπληρώσω το κενό σου. Ήσουν για μένα ο ένας. Ήταν μοναδικό αυτό που αισθάνθηκα μαζί σου. Το παραμύθι σου τελικά αποδείχθηκε πιο δυνατό απο την ματωμένη αλήθεια του τέλους μας.
Τώρα λοιπόν, πέντε χρόνια μετά, κάθεσαι απέναντί μου με βλέμμα σκοτεινό και μου ζητάς “συγνώμη”. Μια συγνώμη που προσπαθείς να στολίσεις με δικαιολογίες. Δεν χρειάζονται όμως. Δεν στολίζεται η συγνώμη αγάπη μου και ας είναι θηλυκό το γένος της. Δεν θέλω να μου εξηγήσεις, δεν θέλω να σε καταλάβω. Να νιώσω ότι μετάνιωσες θέλω. Να βγάλεις απο μέσα σου την ανάγκη που σε έκανε να μου ζητήσεις συγνώμη. Η συγνώμη έχει δύναμη απο μόνη της, μην την περιτυλίγεις με διακοσμητικά και άκομψα “αλλά”.
Εγώ σε έχω συγχωρέσει γιατί σε αγάπησα. Και όταν αγαπάς κάποιον προσπαθείς να τον δικαιολογήσεις, να βρεις τον τρόπο να τον νιώσεις και να κρατήσεις μόνο τα καλά.
Εσύ όμως , βοήθα τον εαυτό σου τόσα χρόνια μετά και αφού ήρθες και είσαι εδώ απέναντι μου, πες απλά μια συγγνώμη, κοιτώντας με στα μάτια. Τόσο απλά, τόσο ειλικρινά. Τα λέει όλα μια λέξη με επτά γράμματα και ένα καθαρό βλέμμα. Μην την χαντακώνεις λοιπόν με φθηνές δικαιολογίες. Αρκετά χαντάκια έχουμε περάσει, ας εξηγηθούμε για μια φορά κοιτώντας το φως.