Γράφει ο “Ανώνυμος”
Αυτόν τον ψίθυρο απ’ το κάρμα…
Τον είχα ξανακούσει καιρό πριν, όταν μου ψιθύρισε στο αυτί:
«Τους είδα αγκαλιά, άσε με να κάνω τη δουλειά μου.»
Και δεν ήρθε ποτέ ξανά να μου ξαναψιθυρίσει. Δεν ήρθε, ενώ ο κόσμος γύρω μου χανόταν. Δεν ήρθε, ενώ ήταν ο μόνος φίλος που ήθελα εκείνη τη στιγμή. Ήθελα έναν σύμμαχο, έναν «φονιά» να με δικαιώσει. Ήθελα να κάνει τη δουλειά του όσο πιο γρήγορα κι όσο πιο σκληρά και απότομα μπορούσε.
Και οι μέρες περνούσαν. Και οι νύχτες ήταν στάσιμες. Κι ένιωθα τα πάντα να γκρεμίζονται, να γίνονται στάχτη γύρω μου. Ένιωθα ότι με τιμωρούσε επειδή δέχτηκα με χαρά να κάνει κάποιος τη δουλειά για μένα. Να μου δώσει τη χαρά της εκδίκησης. Να νιώσω κι εγώ ότι μοιράζω τόσο πόνο απλόχερα, δίχως τύψεις.
Έκανα εικόνα ξανά και ξανά τον εαυτό μου με ένα τσιγάρο στο στόμα κι ένα ειρωνικό χαμόγελο, να στέλνω κόσμο στον διάολο. Και να μη νιώθω άλλο πόνο. Κουβαλούσα για τόσο καιρό όλη αυτή την οργή μέσα μου. Όλη αυτή την αγωνία του πότε θα ξαναεμφανιστεί το φιλαράκι μου με ματωμένο το μαχαίρι στα χέρια του…
Ώσπου ένα πρωί κατάλαβα. Κατάλαβα ότι δε θα ’ρθει.
Σε εμένα μιλούσε. Εγώ ήμουν η «δουλειά». Εμένα προσπαθούσε να φτιάξει. Κανένα κάρμα και καμία μοίρα δε κάνει δουλειές για εμάς. Κανένας δε παίρνει εκδίκηση για πάρτη μας. Κανένας πραγματικά δε συμμερίζεται τον πόνο μας.
Με τον εαυτό μας πρέπει να τα βρούμε. Με το ξεροκέφαλό μας πρέπει να επικοινωνούμε. Με την ψυχή μας, όσο χαμένη κι αν είναι.
Κι όταν το κάνουμε, μετά από «αιώνες» θυμού και πόνου, καταλαβαίνουμε ότι δε χρειάζεται καμία εκδίκηση. Κανένας θυμός. Καμία πίκρα.
Ισορροπία χρειάζεται.
Με το μέσα μας. Με το μυαλό, την καρδιά και την ψυχή μας. Ισορροπία!
Κι όσο για την αγάπη; Περιπλανώμενη είναι, σαν τσιγγάνα. Έρχεται… φεύγει… και πού και πού σου λέει τη «μοίρα» σου, που, όπως όλες αυτές οι ψευτοπροφητείες, δεν βγαίνει ποτέ αληθινή.