Γράφει η Άννα Μαρία Χάσικου
Ο πιο σημαντικός άνθρωπος στη ζωή σου είσαι εσύ, διότι οι άνθρωποι φεύγουν. Κι εκεί ακριβώς είναι όλο το θέμα.
Δεν προσπαθούν πια οι άνθρωποι, κι αυτό είναι που έρχομαι να διαπιστώσω με τα χρόνια και τα συμβάντα.
Με το που τα βρουν σκούρα, σηκώνονται και φεύγουν, λες κι η ζωή είναι καμιά εύκολη υπόθεση. Ποτέ, πουθενά στον κόσμο.
Δεν μπορούν να δεχτούν ότι είσαι και θα είσαι όλο το πακέτο.
Δεν είσαι μόνο φως και θαύματα· είσαι και σκοτάδι.
Η μέρα σου, η νύχτα σου.
Το χαμόγελό σου, το δάκρυ σου.
Κι οτιδήποτε στο μεταξύ.
Όχι, δεν μπορούν. Δεν το διαχειρίζονται.
Απέχουν. Απεργούν. Παίρνουν απόσταση.
Φοβούνται, ίσως, κιόλας.
Λες κι εσύ περνάς καλά, δηλαδή.
Το απολαμβάνεις. Το ευχαριστιέσαι!
Εάν είναι δυνατόν!
Μαζεύουν μπογαλάκια και μην τους είδατε.
Δύο ξένοι. Άγνωστοι. Εχθροί ίσως.
Τραβάνε χωριστές ζωές και μια κόκκινη γραμμή σε οτιδήποτε μπορεί να τους ένωνε σε μια στιγμούλα στον χρόνο.
Σαν να το ακυρώνουν.
Σαν να μην υπήρξε ή βιώθηκε ποτέ.
Άδικο. Κρίμα.
Μα είναι έτσι.
Δεν αναλαμβάνουν τέτοια ευθύνη.
Την ευθύνη για το «μαύρο σου».
Κι είναι επιλογή τους.
Και το σέβεσαι, αφού το αρνηθείς πρώτα.
Δεν μπορείς εσύ να τους αλλάξεις μυαλά ούτε και την εικόνα που έχουν για σένα.
Είναι ό,τι είναι.
Εκείνοι που έλεγαν πως είναι για σένα περήφανοι, εκείνοι οι ίδιοι ξαφνικά απαξιούν για την πρόοδό σου και για το πώς σε βρίσκουν οι μέρες της ζωής σου.
Κι ας έκατσες να τους εξηγήσεις όλη τη ζωή σου σε μια νύχτα. Ας είναι.
Συμβαίνει.
Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες.
Δε γλίτωσε ποτέ κανείς από την αγάπη.
Ποια είμαι εγώ για να γλιτώσω, άλλωστε;
Αφήνεις τα πράγματα όπως είναι και κάνεις μαζί τους ειρήνη.
Δεν κρατάς κακία.
Εξάλλου, η αγάπη δεν τελειώνει επειδή κάποιος θέλησε να την τελειώσει.
Το υποθετικό σενάριο; Δεν το ξέρεις.
Το εικάζεις, σε βασανίζει, μα δεν το ξέρεις ούτε θα το μάθεις ποτέ σου.
Τα πλάνα που κάνατε έμειναν πλάνα, τα όνειρα ναυάγησαν νωρίς κι ό,τι δεν έγινε είναι ό,τι δεν πόθησαν αρκετά οι άνθρωποι.
Έτσι λένε.
Κι είναι αλήθεια.
Η μόνη αλήθεια από όλες.
Όποιος θέλει, μένει. Παντός καιρού.
Κόντρα στον καιρό, κόντρα στα γεγονότα, τη φθορά ή το μαύρο.
Κόντρα στις διαγνώσεις, στους παραλογισμούς και τα αδιέξοδα.
Για πόσο; Για πάντα. Εάν υπάρχει για πάντα.
Μαζί σου ήθελα και πίστευα ότι υπάρχει. Για πρώτη φορά.
Αυτός που θέλει, μένει στο γκρίζο, στο κορακί, και πάει και φέρνει το φως.
Αυτός που σου έλεγε να είσαι φως, ξαφνικά σου έδωσε ακόμα ένα σκοτάδι.
Κι είναι κι αυτό εντάξει.
Κι οι αντιφάσεις μέρος της ζωής μας είναι.
Τραγική ειρωνεία.
Κι αν έσπασες; Κι αν ράγισες; Κι αν μπορούσες να διαχειριστείς καλύτερα τον θυμό σου ή το τραύμα σου; Μπορούσες.
Και τι με αυτό; Δεν είσαι το ίδιο άτομο;
Είσαι ο θυμός σου ή οι κρίσεις πανικού σου;
Δεν είσαι, και το ξέρεις.
Και δεν χρειάζεσαι να το αποδείξεις σε κανέναν που δε θέλει να προσπαθήσει άλλο να είναι μέρος της διαδρομής σου.
Αντίθετα, ήρθε να προσθέσει σε αυτήν τη διαδρομή ακόμα ένα πένθος.
Λες και δεν έζησες ήδη αρκετό.
Λες και δεν το ήξερε.
Ας είναι.
Η ζωή δεν τελειώνει σε κανέναν άνθρωπο.
Έκανες ό,τι μπορούσες.
Ξεδίπλωσες ολάκερο τον ευάλωτο εαυτό σου και δεν βρήκε απήχηση.
Δεν χώρεσε.
Ευχαριστείς για το «ταξίδι» και τα μαθήματα και προχωράς.
Η ζωή δεν πρέπει να σταματά σε κανέναν άνθρωπο που από επιλογή του δεν είναι πια στη ζωή σου.
Καλό δρόμο!