Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη
Πριν κάμποσα χρόνια, όταν ακόμη ήμουν σχολείο, μου άρεσε πολύ να χαζεύω. Να χαζεύω όμως, όχι με την έννοια του χασομερώ αλλά με την έννοια του «βλέπω» και «παρατηρώ». Χάζευα λοιπόν τον κόσμο: συμμαθητές, γονείς, καθηγητές.
Ο κάθε άνθρωπος είχε τη δική του ιστορία, τις δικές του αρετές και τις δικές του κακίες. Εγώ, ας πούμε, αγαπούσα το τραγούδι. Έκλεβα στίχους και τραγουδούσα στον δικό μου ρυθμό την κάθε λέξη και τον κάθε στίχο. Απ’ την άλλη, ήθελα να διακρίνομαι από το πλήθος και να νιώθω ξεχωριστή.
Μου άρεσε επίσης το διάβασμα, γιατί μέσα από κάθε βιβλίο, κάθε σελίδα, μάθαινα και κάτι διαφορετικό για τον κόσμο που ζούσα, τον κόσμο του σήμερα και τον κόσμο του χτες. Καθετί δύσκολο ήταν πρόκληση, ένα βήμα, μια πρώτη δοκιμασία για το τι μπορώ να καταφέρω.
Όταν με ρωτούσαν τι ήθελα να γίνω όταν μεγαλώσω δεν ήξερα την απάντηση. Θα ήθελα πολύ να ήμουν ναυτικός ή πιλότος για να γυρίζω σε διάφορα μέρη, όμως ήξερα πολύ καλά ότι ήταν ανδρικά κυρίως επαγγέλματα. Θα ήθελα πολύ να γίνω γιατρός και να δίνω ζωή σε μικρά παιδιά που θα με είχαν ανάγκη. Αλλά δεν θα ήθελα να μείνω μονάχα εκεί. Θα ήθελα πολύ να ακολουθήσω τις νότες της μουσικής, την αρμονία του έντεχνου και του κλασικού τραγουδιού.
Με τούτα και με κείνα, σε άλλους απαντούσα αεροσυνοδός, σε άλλους παιδίατρος και σε άλλους τραγουδίστρια. Ο καθένας, που του έδινα όποια απάντηση μου ‘ρχόταν πρώτη στο μυαλό, είχε έτοιμη την ετυμηγορία του. Αν πάλι καμιά φόρα τύχαινε να σμίξουν τα διαφορετικά αυτά άτομα μαζί, έβρισκα τρόπο να μπαλώσω τις απαντήσεις μου.
Σήμερα είμαι εκπαιδευτικός. Είμαι φιλόλογος. Ακολούθησα όλα τα επαγγέλματα που ήθελα σε ένα. Ταξιδεύω σε μια χρονομηχανή από εποχή σε εποχή, από χώρα σε χώρα. Ακολουθώ τη μουσική. Ακολουθώ την αρμονία μέσα από τις νότες και τα χρώματα της λογοτεχνίας. Όπως ο γιατρός, έτσι κι εγώ, προσπαθώ να σώσω παιδιά που μισούν το σκοτάδι και θέλουν να περπατήσουν στον ήλιο.
Όλα τα παιδιά έχουν κι αυτά ιστορίες που θέλουν να μοιραστούν μαζί μας. Παρατηρούν τον κόσμο και κάνουν έναν καταιγισμό από ερωτήσεις: « Τι είναι αυτό;», «Γιατί δεν είναι έτσι όπως πριν;». Μου θυμίζουν τον εαυτό μου, όπως έκανα κι εγώ κάποτε. Αμφισβητούν το κατεστημένο και επιλέγουν το διαφορετικό. Μέσα από το βλέμμα κάθε μαθητή, κάθε παιδιού βλέπω τον κόσμο με διαφορετικούς φακούς, με διαφορετικές αποχρώσεις. Ένας κόσμος εύπλαστος που σε χρειάζεται για μαέστρο κι εσύ χρειάζεσαι την χορωδία γιατί δεν μπορείς να τραγουδήσεις μόνος.
Ο εκπαιδευτικός είναι ένας κεραμέας. Μέσα από την κεραμική του τέχνη πλάθει τον κόσμο του αύριο, δίνει χρώματα και εφόδια στους νέους που τον έχουν ανάγκη για να σταθούν στο προσκήνιο. Σκαλίζει χαμόγελα και δίνει τροφή στα «έργα» του μέσα από τα υλικά της γνώσης.