Γράφει η Ευγενία Λαμπράκη
Ξέρεις γιατί κάποιοι άνθρωποι είναι μίζεροι;
Γιατί δεν ρίσκαραν ποτέ. Δεν άφησαν τον εαυτό τους να χαθεί, να παραδοθεί, να καεί σε κάτι που θα μπορούσε να τους διαλύσει. Γιατί δεν έζησαν ποτέ έναν μεγάλο έρωτα.
Δεν μιλάω για τους έρωτες που είναι ασφαλείς, βολικοί, που χωράνε άνετα στην καθημερινότητα. Όχι. Μιλάω για τους άλλους. Τους επικίνδυνους. Αυτούς που σε κάνουν να χάνεις το μυαλό σου, που σου αλλάζουν το βλέμμα, που σε κάνουν να μη σε νοιάζει τίποτα άλλο.
Αυτούς που, αν τους χάσεις, δεν γίνεσαι ποτέ ξανά ο ίδιος.
Οι μίζεροι άνθρωποι φοβήθηκαν να νιώσουν έτσι.
Έμειναν στις “λογικές” επιλογές, στις σχέσεις που ήταν «σωστές», που τους βόλευαν, που δεν τους ξέφευγαν από τον έλεγχο.
Δεν παραδόθηκαν ποτέ σε ένα φιλί που άλλαξε τη ροή της ζωής τους. Δεν πέρασαν νύχτες ξάγρυπνοι επειδή το συναίσθημα δεν τους άφηνε να κοιμηθούν. Δεν έκλαψαν για κάποιον που τους έκανε να νιώσουν κάτι που δεν είχε προηγούμενο.
Δεν αγάπησαν ποτέ χωρίς όρους, χωρίς “πρέπει”, χωρίς φόβο.
Και μετά τους βλέπεις.
Να στέκονται αμήχανα μπροστά σε ανθρώπους που έζησαν. Που έπεσαν, που σηκώθηκαν, που πόνεσαν, που πάλεψαν. Που αγάπησαν χωρίς δίχτυ ασφαλείας.
Και η μιζέρια τους δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια δικαιολογία για όλα όσα δεν τόλμησαν.
Γιατί, βλέπεις, όποιος έχει ζήσει έναν μεγάλο έρωτα, δεν έχει χρόνο για μιζέρια.
Μπορεί να κουβαλάει πληγές, μπορεί να κουβαλάει αναμνήσεις που δεν ξεθώριασαν ποτέ, αλλά δεν κουβαλάει απωθημένα. Δεν αναρωτιέται «τι θα γινόταν αν».
Γιατί ξέρει.
Ξέρει πώς είναι να ζεις κάτι που άξιζε κάθε ρίσκο, κάθε θυσία, κάθε κάψιμο.
Κι αυτό, οι μίζεροι άνθρωποι δεν θα το καταλάβουν ποτέ.