Τελευταία στριμώχνονται οι λέξεις.
Δεν τις αγγίζω, δεν τις θωρώ παρά μόνο γλυκά τις αφουγκράζομαι.
Πιάνουν χώρο και στοιβάζονται σε κάθε λογής σκέψης μου.
Χαρακτηρίζονται από μικρή, αδύναμη σιωπή.
Διστάζουν να γίνουν συλλαβές, να ξαναζωντανέψουν.
Τις αφήνω εκεί, στον ίσκιο ενός απέραντου ουρανού. Τις λυπάμαι τις λέξεις, όταν χάνουν την αξία τους.
Και εγώ σήμερα, δεν ξέρω πως, μα θα προσπαθήσω να μην τις ενοχλήσω.
Γιατί, κάποιες φορές τις έριξα στα μάτια μου, τις λιγόστεψα και τις άφησα τόσο μετέωρες, τόσο λίγες, τόσο στεγνές.
Και στιγματίστηκαν.
Σκορπίστηκαν αλόγιστα. Και οι λέξεις μου… Οι λέξεις μου, είναι η φωνή μου. Είναι όσα δεν μπορώ να πω, όσα διστάζω και εκείνα τα μισά που ποτέ δεν κατάφερα να φέρω εις πέρας.
Και όταν οι λέξεις γίνονται χείμαρρος και ξεστομίζονται, όσες θυσίες κι αν κάνεις τον πόνο ή τον θυμό που προκαλούν, δεν τον γυρνούν πίσω.
Οι λέξεις δεν συγχωρούν, δεν υπόκεινται μεταμέλειας. Χαράζονται γλυκόπικρα στην μνήμη μας και μένουν να θυμίζουν.
Άλλοτε βγάζουν αγάπη και στοργή, άλλοτε πείσμα και δύναμη, άλλοτε πάλι γίνονται αμφισβήτηση.
Δοκιμάζονται στον θυμό και καταλαγιάζουν όταν δεν μένει τίποτε άλλο να ειπωθεί.
Και είναι αυτό το τίποτα, που χαράζει τις λέξεις.
Δεν θέλουν να βγουν, να μιλήσουν, να διεκδικήσουν, να φωνάξουν.
Δεν είναι αδυναμία, δεν είναι φόβος.
Είναι η ανάγκη μιας εσωτερικής αναζήτησης.
Να καταλαγιάσουν για λίγο, να βρουν τον παλιό ρυθμό τους.
Τι ποιον ρυθμό;
Εκείνον που σου έγνεφε χαρακτηριστικά και σε γοήτευε.
Και εσύ πιανόσουν από μια απλή μελωδία και γινόσουν στίχος, φράση, μια εκλεπτυσμένη ποίηση.
Που έκλεινες τα μάτια και γινόσουν φιλί , γιατί χωρίς συναίσθημα, ποτέ δεν ένιωθες πλήρης.
Σε έντυνε ετούτος ο ρυθμός με ασημένια όνειρα και γοητευόσουν από την λάμψη τους. Και ο ρομαντισμός γινόταν σύμμαχος και έμοιαζε με ένα μικρό παιδί στην ψυχή σου.
Στο τότε, που ήσουν αλλιώς.
Στο τώρα, που έμαθες, που ξέρεις καλύτερα. Σε ένα εγώ, λίγο διαφορετικό. Στις λέξεις τις πιο προσεγμένες, τις πιο μυστικά καλά δοσμένες.
Σε εκείνες τις σιωπές που λίγοι κατάλαβαν, συγκεκριμένοι διαισθάνθηκαν.
Γιατί και οι σιωπές φορούν τις λέξεις. Τις ντύνουν με σιγή και τις αγκαλιάζουν. Μια διαφορετική ερμηνεία κάθε φορά.
Για σήμερα για λίγο θα σιωπήσουν.