Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη
Όταν κάτι το αγαπάς, δεν χωράνε αμφιβολίες. Οι αμφιβολίες είναι για αδαείς ανθρωπάκους. Ανθρωπάκια από πλαστελίνη που δεν εμπιστεύονται ούτε τον εαυτό τους ούτε τις επιλογές τους. Πλάθονται εύκολα από τον καθένα, δεν έχουν συγκεκριμένο σχήμα και είναι φτιαγμένα από πολυχρησιμοποιημένα υλικά.
Κάθε επιλογή είναι ένα κομμάτι μας. Ένα μέρος του εαυτού μας αφιερώνεται σε ένα σκοπό. Για παράδειγμα, εργάζεσαι επειδή θέλεις να νιώθεις δημιουργικός. Μέσα από την εργασία σου νιώθεις ότι προσφέρεις τόσο σε σένα όσο και στους άλλους. Χαμογελάς επειδή σε έκαναν να χαμογελάσεις μέσα από μία πράξη, μία γκριμάτσα, ένα χάδι. Με το χαμόγελό σου επιβεβαιώνεται η πράξη του «άλλου». Δείχνεις στον άλλο πως ό, τι έκανε είχε ένα αντίκρισμα, διαπέρασε τις άμυνές σου και σε έκανε να ξεσπάσεις.
Ακόμα και αν κλαις για κάτι που έγινε λάθος και παρά τη θέλησή σου, μια κακή ανάμνηση, ένα άσχημο περιστατικό, οφείλεις να ξέρεις πως χαρίζεις τα δάκρυά σου. Κάνεις δώρο τις στάλες που καίνε σε κάτι που δεν μπορείς να αλλάξεις, κάτι που θεωρείς άδικο, κάτι που σε πονάει. Και τα δάκρυα έχουν κι αυτά ένα σκοπό: θέλουν να σε κάνουν να νιώσεις καλύτερα, να μοιραστείς το «μέσα» σου που καίει με τον έξω κόσμο που προσπαθεί να σε καταλάβει.
Δεν υπάρχουν αμφιβολίες. Οι αμφιβολίες σπέρνουν δειλία, σπέρνουν φόβο. Όταν φοβάσαι κάτι σε τραβάει προς τα πίσω, μια αόρατη δύναμη που δεν θέλει να σ’ αφήσει να προχωρήσεις. Σε κάνει να μετανιώσεις για μια πράξη σου, μια επιλογή σου προτού προχωρήσεις σ’ αυτή. Χάνεις πριν προσπαθήσεις. Τρέμεις πριν βγεις έξω στο κρύο. Πονάς πριν σε αγγίξει το χέρι στην πληγή. Δεν είναι άδικο για σένα;
Όταν πιστέψεις πως κάτι θα πάει στραβά, πάει το έχασες το παιχνίδι. Ρουά ματ κερδίζει ο φόβος. Στιγμάτισες την επιλογή σου με ένα κόκκινο «χ», όπως τα δέντρα που είναι έτοιμα προς κοπή. Το «μη», το «ίσως», το «μα», φωνάζουν στ’ αυτιά σου. Κλείνουν τις πόρτες και τα παράθυρα της ζωής σου σε κάθε επιθυμία, σε κάθε κίνηση, σε κάθε επιλογή. Με λίγα λόγια, «είσαι ό, τι σκέφτεσαι πως είσαι».
Μην αφήσεις τον χρόνο σου να αναλώνεται σε ερωτηματικά. Τα ερωτηματικά ας γίνουν τελείες. Ας προσπαθήσουν μέσα από κινήσεις, μέσα από πράξεις και πρωτοβουλίες να γίνουν κατάφαση και όχι απορία. Όταν μένεις στην απορία δεν προχωράς, είτε κάνεις βηματισμούς προς τα πίσω είτε μένεις εκτεθειμένος στο κενό.
«Είσαι οι επιλογές σου», αυτό ξέρω, αυτό έχω να μοιραστώ. Όσο προσπαθείς για κάτι, όσο παλεύεις γι’ αυτό, όσο αγαπάς αυτό που κάνεις, δεν έχεις κάτι να φοβηθείς. Βηματίζεις σωστά, γιατί η αγάπη φαίνεται στα μάτια σου σαν αυτά συναντήσουν το φως, ενώ τα απωθημένα ριζώνουν στην καρδιά σου. Δεν φαίνονται. Δεν θέλουν φως. Ντρέπονται. Απωθημένα είναι οι φόβοι μας, οι αμφιβολίες μας, παλιά ερωτηματικά που δεν είχαν το θάρρος να γίνουν τελείες.