Γράφει η Άννα Μαρκοπούλου
Δεν το σκόπευα.
Δεν το προγραμμάτισα.
Δεν ήσουν ο στόχος, ούτε καν η σκέψη.
Ήσουν απλώς εκεί.
Κι εγώ απλώς περνούσα.
Κι όμως… κάτι μέσα σου με αναγνώρισε.
Όχι με φωνές. Όχι με τυμπανοκρουσίες.
Με κάτι ανεπαίσθητο, σχεδόν σιωπηλό.
Όπως όταν μπαίνεις σε έναν χώρο και καταλαβαίνεις πως, για κάποιο λόγο, μοιάζει οικείος.
Με ξεκλείδωσες χωρίς να το δεις.
Άγγιξες σημεία μου που τα είχα κρύψει επιμελώς.
Όχι επειδή τα φοβόμουν. Επειδή κανείς δεν είχε αντέξει να τα δει.
Δεν ήσουν εκείνος που θα έλεγα «αυτός είναι».
Δεν ήσουν καν εκείνος που θα είχα διαλέξει.
Αλλά ήσουν αυτός που ήρθε και άγγιξε τα μέσα μου χωρίς να το προσπαθήσει.
Και τα μέσα μου, δεν πρόβαλαν καμία αντίσταση.
Δεν σε κατηγόρησα ποτέ.
Ήσουν αθώος μέσα στην απλότητά σου.
Δεν είδες τίποτα, κι όμως μπήκες παντού.
Μετακίνησες το κέντρο μου.
Έκανες θόρυβο μέσα στη σιωπή μου.
Κι από τότε, όλα έχουν άλλον ήχο. Άλλη αφή. Άλλη αλήθεια.
Δεν ήθελα να συμβεί.
Μα συνέβη.
Και κάπου εκεί κατάλαβα,
πως μερικοί άνθρωποι δεν έρχονται για να μείνουν.
Έρχονται για να σου δείξουν ποιος είσαι
όταν πάψεις να προστατεύεις αυτό που δεν χρειάζεται πια να προστατευτεί.