Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Μνήμη αλήτισσα, γιατί δεν με αφήνεις να ξεχάσω;
Είναι αστείο πώς λειτουργεί η μνήμη. Δεν έχει ωράρια, δεν έχει κανόνες. Σαν αλήτισσα, τρυπώνει εκεί που δεν την περιμένεις. Σου ψιθυρίζει λόγια που κάποτε είπες, εικόνες που προσπάθησες να σβήσεις, στιγμές που νόμιζες ότι είχες αφήσει πίσω σου.
Και πάντα επιστρέφει, ακριβώς όταν πονάει περισσότερο.
Σε εκείνες τις νύχτες που ησυχάζουν όλα γύρω σου, αλλά μέσα σου γίνεται χαμός. Σε εκείνες τις σιωπές που γεμίζουν από ήχους και γέλια που δεν υπάρχουν πια. Η μνήμη είναι επίμονη. Σε κρατάει δέσμιο, ακόμα κι όταν ολόκληρος ο κόσμος σου φωνάζει να προχωρήσεις.
“Γιατί δεν με αφήνεις να ξεχάσω;”
Θέλω να φωνάξω, να σε διώξω μακριά. Μα εσύ; Εσύ γελάς. Γελάς, γιατί ξέρεις ότι, όσο κι αν σε κατηγορώ, είσαι το μόνο που μου απέμεινε. Το μόνο που με συνδέει με όλα εκείνα που αγάπησα, με όλα εκείνα που έχασα.
Μνήμη αλήτισσα, εσύ κρατάς τις πληγές μου ανοιχτές.
Αλλά ίσως, ίσως και να τις κρατάς ζωντανές. Γιατί, χωρίς εσένα, ποιος θα θυμόταν πώς ένιωθα; Ποιος θα με κρατούσε κοντά σε όλα όσα με έκαναν αυτό που είμαι σήμερα;
Και γι’ αυτό δεν σε διώχνω.
Γιατί, όσο κι αν με πονάς, όσο κι αν με εξουθενώνεις, είσαι το μόνο που με συνδέει με το “τότε”. Είσαι η υπενθύμιση ότι αγάπησα, ότι έζησα, ότι έκαψα τη ψυχή μου για κάτι που άξιζε.
Μνήμη αλήτισσα, έλα. Κάθισε λίγο ακόμα. Ίσως, τελικά, να μην θέλω να σε ξεχάσω.