Γράφει η Γεωργία Ντούνη
Μέσα στο μαύρο ουρανό, ένα αστέρι έλαμψε και φώτισε τη ζωή μου. Ήταν διαφορετικό από τα υπόλοιπα, είχε χρώμα ροζ και τότε ένα σύννεφο με πήγε κοντά του. Ξέρεις ήταν παρόμοιο με αυτά τα συννεφάκια που λένε ότι ανεβαίνεις πάνω και κατευθείαν ζεις σε ένα παράλληλο σύμπαν. Λίγο πιο ξένοιαστο, πιο χαρούμενο και πιο αγαπησιάρικο! Εκεί που «ταξίδευα» στο «ιδανικό» όμως, είχα ξεχάσει ότι το σύννεφο είναι ένα σύνολο υδρατμών, που το μόνο που χρειάζεται για να εξαφανιστεί, είναι να εξατμιστούν…
Έρχεται αυτή η στιγμή λοιπόν. Εκεί που δεν το περιμένεις το σύννεφο σου εξατμίστηκε και σύ σκας με τα μούτρα στο έδαφος. Η πρώτη σκέψη είναι «ουαου ελεύθερη πτώση, ΤΕΛΕΙΟ! Καινούριες εμπειρίες με περιμένουν». Όταν προσπάθησα να σηκωθώ όμως, πονούσε απίστευτα το κορμί μου από το τράνταγμα. Δεν μπορούσα να συντονιστώ, υπέφερα. Στην αρχή παραδόθηκα στα τραύματα του και τα άφησα να με πονάνε. Βυθίστηκα στη θλίψη. Κάποια στιγμή είπα ότι χρειάζομαι έναν γιατρό να τα δει, να με βοηθήσει, πως θα ανέβαινα όλο αυτό το βουνό μόνη; Εκεί ήταν η στιγμή που όλα άλλαξαν. Αντιλήφθηκα ότι προχωρούσα με γνώμονα την θλίψη. Με είδα απέξω και σκέφτηκα ότι δεν φαίνομαι όσο χάλια πίστευα ότι ήμουν. Όλα ήταν πολύ πιο εύκολα τελικά, απλά είχα ξεχάσει να «κολυμπάω»…
Η πρώτη ανακούφιση ήρθε. Έπειτα ήρθε το «Γιατί πνίγομαι; Αφού μπορώ να κολυμπήσω». Μπορεί η ζωή μου να μην ήταν πια ροζ, όμως της έδωσα άλλο χρώμα, γιατί αυτή τη φορά την έβαψα εγώ. Την χρωμάτισα με κόκκινο, για να μου θυμίζει ότι είμαι δυναμική, με θέληση και πάθος. Κατάλαβα ότι μπορώ να κινώ τα νήματα της ζωής μου μόνη μου!
Ξεκίνησε να φεύγει το σκοτάδι από τον ουρανό μου. Είχα μόνο ήλιο. Άνοιξα την πόρτα στη χαρά και έκλεισα για τα καλά απ’ έξω την θλίψη, μα θα την ευχαριστώ για πάντα που μου άνοιξε τα μάτια. Ξεκίνησα να γράφω το καινούριο βιβλίο της ζωής μου, με ένα κόκκινο στυλό και με την ελπίδα ότι θα είναι το καλύτερο μυθιστόρημα μου. Εξάλλου μου δόθηκε η ευκαιρία να κολυμπήσω στα βαθιά για να επιλέξω… τη χαρά μου!