Γράφει η Δήμητρα Γιαννοπούλου
Μια μέρα θα ξυπνήσω και δε θα πιάσω κατευθείαν το κινητό, να δω αν με περιμένει μήνυμά σου. Θα ξυπνήσω και δε θα θέλω να σου πω καλημέρα· δε θα θέλω να μάθω πώς είσαι, πώς περνάς. Μια μέρα θα ξυπνήσω, θα μπω στο αμάξι, θα οδηγώ· στο ραδιόφωνο θα παίζει το τραγούδι σου και δε θα σε πάρω τηλέφωνο να στο αφιερώσω.
Θα ξυπνήσω και δε θα ελπίζω σε ένα ακόμη ραντεβού· δε θα μετρήσω στο ημερολόγιο τις μέρες που μας βρίσκουν χώρια. Θα ξυπνήσω και δε θα ξημερώσει ποτέ ξανά η μέρα που θα σε συναντήσω· που θα τρέμουν τα πόδια μου καθώς θα ανεβαίνω τα σκαλιά· που θα νιώθω την καρδιά μου έτοιμη να σπάσει καθώς θα περιμένω να μου ανοίξεις την πόρτα.
Μια μέρα θα ξυπνήσω και δε θα θυμάμαι πώς φιλάς· δε θα θυμάμαι τη μυρωδιά σου. Θα ξυπνήσω και θα έχω ξεχάσει πώς είναι να γέρνω το κεφάλι μου στον ώμο σου· πώς είναι να με χαϊδεύεις στην πλάτη· πώς είναι να παραλύεις από έρωτα. Θα έχω ξεχάσει πώς είναι να “διψάς” για λίγο νοιάξιμο. Μια μέρα θα ξυπνήσω και δε θα σου ζητάω τίποτα. Ούτε με λέξεις, ούτε με βλέμματα.
Δε θα επαιτώ λίγο απ’τον χρόνο σου· μια γωνίτσα στην άκρη της ζωής σου. Μια μέρα θα ξυπνήσω και δε θα μπορείς να με πληγώσεις ξανά. Δε θα έχει μείνει κάτι να μου πάρεις· δε θα έχω τίποτα να σου δώσω. Θα ξημερώσει μια μέρα, που δε θα βρίσκω άλλες δικαιολογίες και καμιά συγγνώμη δε θα με γυρίσει πίσω.
Κι αν απόψε πονάω, αν κλαίω, αν νιώθω ηλίθια κι αδύναμη· αν παλεύω με τα “γιατί”, αν θέλω να ουρλιάξω απ’ την απόγνωση, αν σε χρειάζομαι όσο ποτέ, εσύ δε θα το μάθεις. Εσύ θα κοιμηθείς ήσυχος κι απόψε. Κι ίσως μια μέρα να ξυπνήσεις και να καταλάβεις…
Όταν τα βάλεις κάτω και τα μετρήσεις. Τι είχες, τι έδωσες, τι πήρες και τι πέταξες. Όταν τα βάλω κάτω και τα μετρήσω. Τι είχα, τι έδωσα και τι δεν πήρα.