Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Ο τρίτος, πάντα περισσεύει. Κι εσύ σπαταλήθηκες πολύ σε τρίτους που δεν χώρεσαν ποτέ ανάμεσά μας. Γιατί εμείς οι δυο, ήμασταν και είμαστε ο έρωτας εκείνος ο “νυν και αεί” που λέει και το άσμα.
Αλλά εσύ, πάντα το αμφισβητούσες. Πάντα έβαζες «τρίτους» ανάμεσά μας. Όχι απαραίτητα ανθρώπους, όχι απαραίτητα πρόσωπα. Μερικές φορές ήταν οι φόβοι σου, οι αμφιβολίες σου, το «τι θα γίνει αν». Άλλες φορές ήταν τα παιχνίδια σου, οι εγωισμοί, τα «ας δούμε πού θα πάει».
Να σου πω εγώ πού πήγε; Πήγε μέχρι εκεί που άντεξα. Μέχρι εκεί που η ανοχή μου έγινε αδιαφορία. Γιατί, αν ο έρωτας είναι παιχνίδι για δυο, δεν θα κάτσω να παίζω με φαντάσματα. Δεν θα διεκδικώ χώρο σε κάτι που ήδη μου ανήκει.
Σου άρεσε να δοκιμάζεις τα όρια, να δεις πόσο αντέχω, πόσο θα περιμένω, πόσο θα ανέχομαι να σε μοιράζομαι – με σκέψεις, με δικαιολογίες, με αναβολές. Δεν σε κατηγορώ. Ήταν πιο εύκολο να κοιτάς έξω, παρά να δεις αυτό που είχες μπροστά σου.
Αλλά κοίτα λίγο καλύτερα. Κανείς από αυτούς τους «τρίτους» δεν χώρεσε ποτέ ανάμεσά μας. Γιατί ο έρωτας, όταν είναι πραγματικός, δεν αφήνει κενά για να μπουν άλλοι. Και ο δικός μας… Ο δικός μας ήταν «νυν και αεί». Δεν τον έφτιαξες εσύ, δεν τον έφτιαξα εγώ. Υπήρχε.
Τώρα, όμως, δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμα για σένα. Για μένα; Υπάρχει, αλλά δεν ζητιανεύω. Δεν τρέχω πίσω από κανέναν. Ή μένεις και παίζουμε το παιχνίδι μαζί ή φεύγεις και τελειώνει εδώ.
Διαλέγεις. Αλλά αυτή τη φορά, μην αργήσεις. Γιατί ο έρωτας δεν περιμένει. Και εγώ, πιο πολύ από τρίτους, σιχαίνομαι τις καθυστερήσεις.