Γράφει η Μαρία Αλεξίου
Δεν έχω συνηθίσει να σου μιλάω για τα όνειρα μου.
Όμως αυτό το χθεσινό, με τρόμαξε. Όχι γιατί ήταν εφιάλτης. Το αντίθετο. Ήσουν εκεί.
Κι αυτό ήταν το πιο άγριο απ’ όλα.
Σε είδα να χαμογελάς όπως παλιά, με εκείνη την ησυχία που με έκανε να νιώθω ασφάλεια.
Με κοιτούσες λες και δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος στον κόσμο.
Δεν έλεγες πολλά. Δεν χρειαζόταν.
Το βλέμμα σου έκανε τη δουλειά του.
Κι εγώ, ανυπεράσπιστη απέναντί σου, παραδόθηκα ξανά.
Μου έπιανες το χέρι σφιχτά. Μου έδινες φιλιά στο μέτωπο, εκείνα που λείπουν πιο πολύ όταν δεν αγαπιέσαι πια.
Το κορμί σου θυμόταν το δικό μου σαν να μην πέρασε μέρα.
Σαν να μην γκρεμίστηκε τίποτα.
Σαν να μην πληγωθήκαμε.
Κι εγώ, εκεί, στο όνειρο, δεν είχα πια θυμό. Δεν είχα γιατί.
Μόνο αγάπη. Μόνο ανάγκη. Μόνο μια παλιά τρέλα που δεν είπε ποτέ αντίο.
Ξύπνησα με την ψυχή χτυπημένη.
Το κρεβάτι άδειο. Το δωμάτιο σιωπηλό.
Και στο στήθος μου, εκείνος ο γνώριμος πόνος — όχι γιατί δεν είσαι πια εδώ, αλλά γιατί για μια στιγμή πίστεψα πως γύρισες.
Τελικά, πιο δύσκολο κι από το να σε χάσω, είναι να σε ξαναβρίσκω στα όνειρά μου.
Κι όταν ανοίγω τα μάτια, να μην είσαι.
