Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Έστησα έναν αργό, βαρύ ζεϊμπέκικο χορό, γύρω από κάθε ψέμα σου. Όχι για να σου αποδείξω κάτι. Ούτε για να με δεις και να μετανιώσεις. Αλλά για να μαζέψω, με αξιοπρέπεια, όσα κομμάτια μου άφησες να ματώσουν στη σιωπή.
Είχα ορκιστεί πως αυτός δεν είναι χορός για μένα. Τον αναγνώριζα πάντα βαθιά μοναχικό, βαρύ, σαν εκείνα τα αρσενικά τα γεννημένα γνήσια — αυτά που δεν φωνάζουν, μα στέκονται.
Πίστευα πως δεν μου ανήκει. Μα κατάφερες κι αυτό να το καταρρίψεις.
Γιατί ήρθες με τη μορφή του άντρα που στέκεται, και κατέληξες να είσαι όλα εκείνα που κορόιδευες. Ψεύτικος. Πρόχειρος. Μισός. Κι εγώ, να στέκομαι εκεί, με τον ήχο να με διαπερνά,
και να χορεύω για να μην ουρλιάξω.
Κάθε στροφή και μια μνήμη. Κάθε βήμα και μια απώλεια. Όχι εσένα. Της γυναίκας που πίστεψε,
που περίμενε, που έβαλε τον εαυτό της στο πλάι, για να έχεις χώρο εσύ.
Χόρεψα για να σε βγάλω από μέσα μου. Όχι με εκδίκηση — με κάθαρση.
Γιατί έτσι κάνω εγώ τα “αντίο” μου: με σώμα όρθιο, με βλέμμα καθαρό, χωρίς λόγια φτηνά.
Και καθώς έκλεινε ο κύκλος, δεν έμεινε τίποτα από σένα.
Ούτε φωνή, ούτε σκιά.
Μόνο εγώ, με έναν χορό που είχα πει πως δεν θα κάνω ποτέ, να τον χορεύω περήφανα,
για να θάψω κάτι που νόμιζα πως ήταν έρωτας, μα τελικά ήταν απλώς το τελευταίο ψέμα.
Το δικό σου.