Κουράστηκα να Μαζεύω τα Κομμάτια Μου
Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
Κουράστηκα να μαζεύω τα μέλη μου από τις επικρίσεις σας. Μεγάλωσα και δεν μπορώ να κρεμάω στους ώμους μου την κάθε παραξενιά, την κάθε κακία, την τάχα μου δήθεν φιλία. Θέλω να μπορώ να λέω το “σ’ αγαπώ” μου χωρίς να καταπίνω το σάλιο μου, χωρίς να βογκάει η αναπνοή μου. Με κούρασε η τάχα μου δήθεν λογική σας. Σχεδόν καλά, σχεδόν τίποτα, σχεδόν λίγα, σχεδόν πολλά, σχεδόν καθόλου. Ένα σχεδόν πάντα να μας χωρίζει από την ψυχή μας.
Μεγάλωσα και κουράστηκα πλέον να μιλάω για όλα, να λέω πράγματα που δεν καταλαβαίνεις ή που δεν μπορείς να καταλάβεις. Γιατί δεν μπορούμε να τα καταλάβουμε όλα ή να τ’ αντέξουμε όλα. Κουράστηκα να είμαι αντράκι. Όχι πως ο εαυτός μου είναι τίποτα σπουδαίος, αλλά δεν θέλησα ποτέ μου να πληγώσω. Και η ουσία είναι ότι βρέθηκα ξαφνικά έξω από τη ζωή μου. Έξω από καθετί που αγάπησα και πόνεσα. Έξω από καθετί που μου έδινε αξία και εκτίμηση.
Γιατί κάποτε θα σου πω για μένα, αυτό που δεν “τόλμησες” να καταλάβεις. Γιατί χάθηκε απ’ την ψυχή μας το βλέμμα κι απ’ το βλέμμα μας η ψυχή. Γιατί στην καρδιά του κόσμου υπήρξαμε άνθρωποι, γιατί περπατήσαμε ανάλαφρα επάνω στις ψυχές και ακουμπήσαμε στα χέρια τους διάφανα κι όχι αδειανά συναισθήματα.
Κι αν βολεύτηκα τότε στην ασφάλεια της αγάπης σας, είναι γιατί πίστεψα ότι η σαφήνεια των συναισθημάτων μου αρκούσε. Γι’ αυτό διέγραψέ μου το χθες κι άφησέ μου μονάχα την αίσθηση ότι υπήρξα με το παραπάνω άνθρωπος.