Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Ένας από τους πιο άκυρους, τους πιο άδικους χαρακτηρισμούς που έχω ακούσει στην ζωή μου (και δεν είναι και λίγοι) είναι το απάνθρωπο… “ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ ΚΑΪΛΑΣ” !!!
Πέρα για πέρα άδικο να το πεις σε έναν άνθρωπο. Άδικο όχι για μένα, άδικο για τον ίδιο τον Βασιλάκη.
Μια κουβέντα, που αν την πεις σε κάποιον τον κατηγορείς ότι είναι κλάψας, ότι δεν έχει υπερηφάνεια, ότι θέλει να τον λυπούνται.
ΕΛΕΟΣ!
Φερτέ τώρα στο μυαλό σας, εκείνη την γραφική φιγούρα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, του μαγικού ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου. Σκεφτείτε λίγο τον Βασιλάκη.
Το ‘χουμε;
Τέλεια !
Ποιος ήταν λοιπόν;
Ένα παιδί ήταν, με κοντά παντελονάκια, με μια φραντζούλα που την λες και περιποιημένη, μια γλυκύτατη φιγούρα που είναι ανεξίτηλα χαραγμένη στο μυαλό όλων μας.
Τι έκανε ο Βασιλάκης;
Στις πιο πολλές σκηνές, έκλαιγε.
Άδικα;
Όχι άδικα. Είχε τα δίκια του ο φουκαράς !
Τι θα έπρεπε να κάνει δηλαδή;
Πως θα έπρεπε να αντιδράσει;
Oταν η ίδια η ζωή τον πήγαινε γαμιώντας.
Όταν από το πρωί ως το βράδυ πάγωνε ο κώλος του στα σκαλιά από το κρύο. Όταν για πενταροδεκάρες γυάλιζε τα παπούτσια του κάθε μαντράχαλου.
Όταν από τις κατακεφαλιές και τις φάπες τον έπιανε πονοκέφαλος και δεν είχε λεφτά ούτε για DEPON, ο μαύρος.
Όταν γύριζε σπίτι του ολομόναχος , γιατί ήταν και ορφανό, ή αν σε καμιά ταινία δεν ήταν ορφανός, ο κερατάς ο σεναριογράφος του φόρτωνε και μια βάρια άρρωστη μάνα, που έπρεπε να την συντηρήσει και αυτή! Λες και δεν του έφτανε το χάλι του !
Πως να γελάσει αφού είχε φάει τέτοια μούντζα από την μοίρα του, που πήγαινε η μισή χαμένη.
Πως να είναι αισιόδοξος;
Όταν κάτι Χριστούγεννα, όλα τα άλλα παιδάκια, μέσα στην ζέστη του σπιτιού τους, δίπλα από το φωτισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο, με την οικογένεια τους τρώγανε την φουσκωμένη γαλόπουλα. Ενώ εκείνος είχε μια λάμπα πετρελαίου μονό σπίτι του, για να μην σκουντουφλάει στα σκοτάδια και σπάσει τα μούτρα του (ακόμη και η ΔΕΗ σκάρτα του ξηγήθηκε) και έτρωγε τα παπάρια του.
Από που να την αντλήσει την αισιοδοξία;
Ποιος τον ρώτησε πως ήταν τα δικά του Χριστούγεννα;
Αν την πάλευε την μίρλα της άρρωστης μάνας του ή εκείνη την γαμημένη την μοναξιά, την φτώχεια, την μιζέρια, το κρύο.
Εν τέλει, μήπως είχε δικό που όλο έκλαιγε; Ποιος άνθρωπος θα είχε το κουράγιο να κάνει κάτι άλλο, να αντιδράσει να νιώσει, να αισθανθεί διαφορετικά; Ποιο λογικό ον θα μπορούσε να είναι τρα λα λα λα;
Μια χαρά το χειρίστηκε το αλάνι και πάλι καλά, που δεν τα έκανε όλα πουτάνα! Πάλι καλά που δεν έπεσε στα ναρκωτικά να λέμε !
Επειδή όλοι έχουν δικαίωμα στα Χριστούγεννα και κανείς δεν κλαίγεται χωρίς λόγο.
Επειδή ο Βασιλάκης είναι σύμβολο, είναι ιδέα και αντιπροσωπεύει επάξια όλους όσους η ζωή ή κάποια κωλόπαιδα δεν τους αφήνουν να σηκώσουν κεφάλι, να γελάσουν, να γιορτάσουν.
Επειδή δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει το αύριο.
Επειδή ο σεναριογράφος της ζωής μας δεν έχουμε ιδέα τι θα μας αναθέσει, τον ρόλο που θα μας δώσει δεν τον ορίζουμε εμείς, αν θα είναι όμορφος, άσχημος, δραματικός, αστείος, μεγάλος ή μικρός.
Κάλο θα ήταν να προσέχουμε λίγο τι λέμε, ποτέ το λέμε, πως το λέμε.
Καλό θα ήταν να μπαίνουμε στην θέση που άλλου πριν βιαστούμε επιπόλαια να τον κρίνουμε.
Καλό θα ήταν να δείξουμε κατανόηση στον κάθε Βασιλάκη που θα βρούμε μπροστά μας φέτος τα Χριστούγεννα.
Μέρες που είναι…
Άντε, μην τα πάρω τώρα !!!