Γράφει η Μαριάννα Αργυρίου
Υπάρχουν κάτι αγάπες που δεν προλαβαίνουν να γίνουν ιστορίες. Κάτι έρωτες που μένουν στη μέση, σαν ανοιχτά βιβλία χωρίς τέλος. Μπαγιάτικες υποσχέσεις, μισές στιγμές που έμειναν σ’ ένα “θα” που δεν ήρθε ποτέ.
Κι είναι τρελό πώς κάποιες φορές το μυαλό μας κάνει παιχνίδια. Θυμάμαι βόλτες στη θάλασσα, κάπου στα μέσα Ιουλίου. Ξέγνοιαστοι πάνω στη μηχανή, ο ήλιος να καίει τα πρόσωπά μας και ο αέρας να μπερδεύει τα μαλλιά μου με τα δικά σου. Θυμάμαι τα γέλια μας, την αλμύρα στο δέρμα και εκείνη την ηρεμία που με έκανε να πιστέψω πως όλα ήταν πιθανά.
Θυμάμαι ένα Σαββατόβραδο πριν τα Χριστούγεννα. Αγκαλιασμένοι στον καναπέ, με το κρύο να τρίζει τα παράθυρα, αλλά εμείς να είμαστε άυπνοι, να μιλάμε για τα πάντα και τα τίποτα, μέχρι που το ξημέρωμα μας βρήκε μισοκοιμισμένους. Και κάπου εκεί, σε μια στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ, σου είπα πόσο σε θέλω στη ζωή μου.
Θυμάμαι ακόμα και την στιγμή που παραιτήθηκα από τη δουλειά. Ένιωθα χαμένη, με φόβο για την επόμενη μέρα και την καρδιά μου σφιγμένη. Σε πήρα τηλέφωνο και ήρθες αμέσως. Μου είπες ότι θα είσαι δίπλα μου σε κάθε τι δύσκολο, ότι δεν θα αφήσεις τους φόβους μου να με καταπιούν. Ήσουν εκεί. Σαν άγκυρα σε φουρτούνα.
Αλλά ξέρεις τι; Τίποτα απ’ αυτά δεν συνέβη.
Ήταν όλα στο μυαλό μου. Σενάρια που έπλαθα τις νύχτες, όταν έμενα μόνη να μετράω τα “αν” και τα “ίσως”. Τα φαντάστηκα όλα, γιατί απλά δεν τα ζήσαμε ποτέ. Κι εσύ δεν ήσουν ποτέ εκεί. Δεν είχες ποτέ χρόνο. Δεν είχες ποτέ χώρο για μένα. Όλα τα “θα” σου ήταν υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα, που έμειναν να σέρνονται σαν σκιές σε ένα άδειο δωμάτιο.
Θυμώνω μαζί σου. Θυμώνω γιατί έμαθα να ζω με τα μισά. Θυμώνω γιατί πίστεψα πως μπορώ να σε κάνω να με θες όσο εγώ εσένα. Θυμώνω γιατί σε περίμενα κάθε φορά που έλεγες “αργότερα”, και το αργότερα ποτέ δεν ήρθε. Θυμώνω γιατί δεν θυμάμαι πια πώς είναι να σε κοιτάω και να νιώθω κάτι αληθινό.
Αλλά πιο πολύ θυμώνω με μένα. Που σε έβαλα τόσο βαθιά μέσα μου, που μέχρι και τα ψέματα τα έκανα αλήθειες. Που έχτισα έναν κόσμο γύρω από σένα, μόνο και μόνο για να μείνω εγκλωβισμένη στην ίδια μου την αυταπάτη.
Δεν θα υπάρξει άλλη άνοιξη σαν τη δική μας. Δεν θα υπάρξει άλλη εποχή που να σε φέρει πίσω. Κι εγώ θα συνεχίσω να κουβαλάω το βάρος όσων δεν ζήσαμε, σαν μια πληγή που δεν κλείνει ποτέ.
Ίσως μια μέρα να καταφέρω να σε βγάλω από μέσα μου. Ίσως μια μέρα να σταματήσω να φαντάζομαι αυτά που ποτέ δεν έγιναν. Μέχρι τότε όμως, θα συνεχίσω να θυμάμαι στιγμές που ποτέ δεν ζήσαμε.