Γράφει η Άντζελα Καμπέρου
Μαθαίνω πως ρωτάς για μένα, πως ενδιαφέρεσαι να δεις αν είμαι καλά. Ρωτάς τα νέα μου και πως περνάω. Ρωτάς για μένα όμως όχι εμένα.
Κάποτε ίσως και να με ενδιέφερε αν ρωτάς για μένα και αν σε ενδιαφέρω έστω και λίγο, τώρα όμως απλώς μου περνάει αδιάφορο. Και όχι γιατί ρωτάς άλλους αν είμαι καλά ενώ κάλλιστα θα μπορούσες να ρωτήσεις εμένα, αλλά γιατί όταν χρειαζόμουν να ενδιαφερθείς εσύ ήσουν αλλού.
Και τώρα αλλού είσαι, με την διαφορά ότι τώρα αυτό το αλλού δεν πάει καλά. Είστε στα χωρίσματα μαθαίνω. Μα έτσι είναι η ζωή μάτια μου. Μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Όταν όλα σου πήγαιναν καλά δεν με είχες καν στο μυαλό σου, τώρα όμως που το καλά σου τελειώνει ψάχνεις να βρεις απάγκιο. Όχι εδώ. Και σίγουρα όχι τώρα.
Δεν γίνεται να είμαι εδώ όποτε εσύ το θες μάτια μου. “Μάτια μου”, θυμάσαι πόσο σου άρεσε να σε λέω έτσι; Ειρωνεία όμως, εγώ σε φώναζα μάτια μου και κάποια άλλη μπορούσε να τα κοιτάει κάθε μέρα. Δεν πειράζει, έχει η ζωή γυρίσματα, και τώρα που με ψάχνεις δεν θα με βρεις πουθενά. Σε όλες θα ψάχνεις μα καμία δεν θα είναι εγώ. Θα ψάχνεις να με βρεις στα μέρη που βρισκόμασταν, στα “δικά μας” μέρη. Στα καταφύγιά μας, όμως δεν θα είμαι εκεί. Θα κάθεσαι μόνος σου και θα αναρωτιέσαι που μπορεί να είμαι.
Και αν θες να σου μιλήσω ειλικρινά, πολύ θα το χαρώ. Να νιώσεις μια φορά έστω και καθυστερημένα, έτσι όπως ένιωθα εγώ τόσο καιρό. Να καταλάβεις πως είναι να σε παραμελούν και να σε θυμούνται όποτε τους καπνίσει.
Και εκεί που θα κάθεσαι αμέριμνος και θα έχω φύγει για λίγο από το μυαλό σου, θα σου στείλω ένα μήνυμα. Θα σε πάρω ένα τηλέφωνο. Και έπειτα θα χαθώ ξανά. Μπορώ να αδιαφορήσω τόσο για εσένα πλέον που πραγματικά θα αναρωτιέσαι αν υπάρχεις. Νόμιζες δεν θα το κάνω, νόμιζες δεν μπορώ, πως τα μελαγχολικά σου μάτια με κρατούσαν δέσμια σε συναισθήματα μονόδρομα. Μα δες μάτια μου που τελικά μπορώ. Δες που τελικά δεν είσαι εσύ ο δυνατός. Εγώ είμαι.
Και στο απέδειξα τόσες και τόσες φορές που με άφησες να περιμένω πότε θα έρθεις και δεν ερχόσουν. Τόσες φορές που περίμενα ένα τηλέφωνο και “ξεχάστηκες”. Τόσες φορές που πίστευα πως ενδιαφερόσουν και καθόμουν σαν χαζή και σε σκεφτόμουν. Ήμουν δυνατή γιατί δεν παραιτήθηκα ποτέ από κάτι που ήθελα. Σε αντίθεση με εσένα που έριξες τα όπλα σου σήκωσες τα χέρια και με βήματα αργά έφυγες προς τα πίσω.
Οπότε αγάπη μου, δες για μια φορά στη ζωή σου πως είναι να είσαι μόνος. Πως είναι να σε αγνοούν σε τέτοιο βαθμό που να νιώθεις ένα τίποτα.
Γιατί στην τελική αυτό ήσουν πάντα.
Ένα τίποτα!
Ένα τίποτα που το πέρασα για κάτι!
Join the discussion