Γράφει ο Γιώργος Αντωνιάδης
Κάθε φορά που φεύγεις, ο χρόνος γίνεται ορκισμένος εχθρός μου. Οι μέρες τραβούν σαν λάστιχο και οι νύχτες με γδέρνουν. Ψάχνω μέσα μου την υπομονή, να πιαστώ από κάτι, να σταθώ όρθιος, αλλά μοιάζει σαν να λιγοστεύει. Δεν είναι πως δεν θέλω να περιμένω· είναι πως η απουσία σου με ξηλώνει, σιγά-σιγά, ράμμα το ράμμα.
Κάποτε πίστευα πως είμαι δυνατός. Πως μπορώ να κρατηθώ, να σφίξω τα δόντια, να γεμίσω τα κενά με σκέψεις, δουλειά, τσιγάρα και καφέδες. Τώρα, όμως, βλέπω πως ο κόσμος μου συρρικνώνεται όταν δεν είσαι εδώ. Τα πράγματα που άλλοτε γέμιζαν τη μέρα μου δεν έχουν πια το ίδιο βάρος. Όλα μοιάζουν κενά, και κάθε ήχος, κάθε μυρωδιά, κάθε σκέψη με γυρίζει πίσω σε σένα.
Κι όσο κι αν θέλω να δείχνω ακλόνητος, δεν είμαι. Η αλήθεια είναι πως η απουσία σου πονάει, γαμώτο. Πονάει πιο πολύ απ’ όσο θα παραδεχτώ ποτέ. Η υπομονή δεν είναι ατελείωτη, κι εγώ παλεύω να μαζέψω τα κομμάτια μου, να κρύψω το πόσο μου λείπεις. Όχι για σένα, αλλά για μένα. Να μην καταρρεύσω.
Αλλά ξέρεις κάτι; Αν η υπομονή μου λιγοστεύει, δεν πειράζει. Γιατί όταν σε βλέπω ξανά, όλα επιστρέφουν στη θέση τους. Σαν παζλ που ξαναενώνεται. Ίσως αυτή να είναι η μοίρα μου. Να σπάω όταν φεύγεις και να ξαναγεννιέμαι όταν γυρνάς. Αντέχω για άλλη μια φορά. Όχι γιατί μπορώ, αλλά γιατί δεν έχω άλλη επιλογή. Εσύ είσαι η επιλογή μου. Και πάντα θα είσαι.