Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Άντε τώρα να σου εξηγήσω… Πως εκείνη η σκηνοθεσία των ανεκπλήρωτων ερώτων δεν είναι απλώς μια ιστορία. Είναι ζωή. Μια παρτίδα σκάκι που παίζεται ξανά και ξανά, με τις ίδιες κινήσεις, τα ίδια λάθη. Πως όλα τελειώνουν πάντα με την προτελευταία σταγόνα κρασιού, σ’ ένα μπαρ του Πειραιά, που κανείς δεν θυμάται το όνομά του αλλά όλοι θυμούνται την ατμόσφαιρα. Την υγρασία στον αέρα, τα βλέμματα που λένε περισσότερα από τις λέξεις, τη σιωπή που κόβει πιο βαθιά από κάθε καβγά.
Όχι, δεν τελειώνει με την τελευταία σταγόνα. Η τελευταία είναι για τους αφελείς, για αυτούς που νομίζουν ότι όλα έχουν ένα κλείσιμο και χωράνε σε κουτάκια. Οι διορατικοί σκηνοθέτες ξέρουν καλύτερα. Αφήνουν πάντα κάτι. Ένα «αν». Ένα «θα μπορούσε». Μια ανάσα που κόβεται πριν γίνει φιλί. Γιατί εκεί είναι η ένταση. Εκεί είναι το δηλητήριο και το αντίδοτο μαζί.
Αυτοί οι σκηνοθέτες, οι άτιμοι, είναι καλλιτέχνες. Στήνουν το δράμα με λεπτομέρεια. Το φως που πέφτει στρατηγικά στα μάτια σου, ο τρόπος που η φωνή του ραδιοφώνου μπερδεύεται με την κουβέντα σας, το χέρι που μένει λίγο παραπάνω στο ποτήρι. Σου δίνουν όλα τα κομμάτια, αλλά ποτέ ολόκληρο το παζλ. Κι εσύ, τι κάνεις; Το ζεις. Βουτάς με τα μούτρα, ξέροντας ότι δεν υπάρχει φινάλε, μόνο ένα κενό που δεν θα γεμίσει ποτέ.
Ξέρεις γιατί τους χρειαζόμαστε; Γιατί, όσο κι αν πονάει, μας κρατάνε ζωντανούς. Μας υπενθυμίζουν ότι δεν είναι όλα για να τα έχεις. Μερικά πράγματα είναι για να τα κυνηγάς. Για να τα σκέφτεσαι στις 3 το πρωί, για να τα γράφεις σε σημειώσεις που ποτέ δεν θα δει κανείς. Μας αφήνουν εκείνο το γαμημένο «ίσως» που κάνει τα πάντα να μοιάζουν πιθανά, ακόμα κι όταν ξέρεις ότι δεν είναι.
Άντε να σου εξηγήσω, λοιπόν. Όσο υπάρχουν αυτοί οι σκηνοθέτες, υπάρχει και ελπίδα. Όχι για να κλείσεις τις ιστορίες. Αλλά για να τις ζεις ξανά και ξανά. Γιατί η προτελευταία σταγόνα κρασιού δεν είναι το τέλος. Είναι η αρχή μιας ανάμνησης που θα σε στοιχειώνει για πάντα.
Της ανάμνησής μας..