Γράφει η Σοφία Σοφιανίδου
Κάθεσαι εκεί αγέρωχη και μεγαλοπρεπής κι ούτε ξέρεις τι μαγικές δυνάμεις διαθέτεις. Ή μήπως ξέρεις και μάς αφήνεις να πιστεύουμε πως δε γνωρίζεις; Ικανή σε έχω.
Κοιτάω το απέραντό σου γαλάζιο κι ηρεμώ. Κάνω απολογισμούς, όνειρα, μέχρι που αδειάζει το μυαλό κι απλώς χάνομαι στον ορίζοντα. Είναι απειροελάχιστες οι στιγμές που δε σκέφτομαι τίποτα και όταν είμαστε παρέα είναι μια από αυτές. Τις υπερσπάνιες που ξεκουράζεται το μέσα μου. Χωρίς ενοχές, άγχη και σκοτούρες.
Δεν έχει σημασία αν είναι χειμώνας ή καλοκαίρι. Άνοιξη ή φθινόπωρο. Ούτε η όψη σου με ενδιαφέρει. Είτε ήρεμη είτε φουρτουνιασμένη για μένα είσαι το ίδιο όμορφη και μαγική. Το μεγαλύτερο θαύμα της γης, που κατορθώνει χωρίς να κάνει τίποτα και μένοντας σταθερό και πιστό στη θέση του και μόνο δίνει χωρίς να ζητάει.
Κι είναι εκείνες οι ώρες που όταν κάποιος βουτήξει μέσα σου, του παίρνεις όλα τα βάσανα, όλες τις έννοιες. Αυτές οι στιγμές που γινόμαστε, από ρομποτάκια, φύλλα που στροβιλίζονται παρέα σου κι αυτόματα γινόμαστε μικρά παιδιά. Που σου αλλάζουμε το σχήμα κι εσύ επανέρχεσαι στην αρχική σου μορφή τόσο αβίαστα κι αρμονικά. Κανονική θεά.
Κι όταν οι άνεμοι σε αγριεύουν και το μέσα σου φουρτουνιάζει δείχνεις τη δύναμη σου. Κι όταν σε αψηφήσουμε και σε θεωρήσουμε δεδομένη έχεις την ικανότητα να μάς υπενθυμίσεις πόσο ασήμαντοι και μικροί είμαστε για σένα. Αλλά ακόμη και τότε κανείς δεν μπορεί να σου θυμώσει. Γιατί εσύ έχεις δείξει από την αρχή ποια είσαι. Εμείς το ξεχνάμε κάποιες φορές.
Αν υπάρχουν επόμενες ζωές μια σταγόνα σου θα ήθελα να είμαι από ένα κύμα που σκάει στην ακτή. Στείλε με σε όποιο μήκος και πλάτος της γης θες. Αρκεί να είμαι κομμάτι σου. Ελάχιστο απ’ το πολύ σου θάλασσά μου.
Τα λέμε από κοντά σε λίγες ώρες πάλι, κάτι θέλω να σου εκμυστηρευτώ!