Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης
Υπάρχουν αγάπες που δεν πρόλαβαν να ανθίσουν. Που γεννήθηκαν σε λάθος χρόνο, με σωστούς ανθρώπους. Αγάπες που δεν έζησαν, μα άφησαν σημάδια πιο βαθιά κι από εκείνες που κράτησαν χρόνια. Είναι οι σιωπηλές, οι ανομολόγητες, οι απαγορευμένες. Αυτές που ποτέ δεν έγιναν ιστορία, μα έγιναν μνήμη.
Δεν είναι η αγάπη που τελειώνει. Είναι η αγάπη που δεν πρόλαβε. Αυτή που έμεινε στο σχεδόν, στο «αν», στο «ίσως». Εκεί που κοιτάχτηκαν δύο ψυχές και ήξεραν, μα δεν μπόρεσαν. Κάτι τους σταμάτησε· μια απόσταση, ένας φόβος, μια άλλη ζωή ήδη στη θέση της. Και μένει εκεί, σαν σκιά μέσα σου, να σου θυμίζει πως υπήρξε κάποτε κάποιος που σε έκανε να νιώσεις ξανά.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο αληθινό από μια αγάπη που δεν ολοκληρώθηκε. Γιατί δεν πρόλαβε να φθαρεί. Δεν έγινε συνήθεια, δεν δοκιμάστηκε στην τριβή του χρόνου. Έμεινε καθαρή, δυνατή, όπως τη γέννησε η ψυχή σου. Και κάπως έτσι, πονάει πιο πολύ. Γιατί δεν έχει κλείσιμο, δεν έχει τέλος, δεν έχει απαντήσεις. Μόνο σιωπή και μια ανάμνηση που σε καίει λίγο κάθε φορά που τη θυμάσαι.
Μην τη λες χαμένη. Η ανεκπλήρωτη αγάπη είναι ο καθρέφτης της ψυχής σου. Εκεί βλέπεις τι μπορείς να νιώσεις, πόσο μπορείς να αντέξεις, πόσο βαθιά μπορείς να αγαπήσεις χωρίς να πάρεις τίποτα πίσω. Είναι η απόδειξη ότι, όσο κι αν πόνεσες, δεν έκλεισες ακόμα. Ότι έχεις μέσα σου κάτι αληθινό — εκείνη τη σπίθα που σε κάνει άνθρωπο.
Και ίσως, κάπου, κάποτε, αυτή η σπίθα να ξαναβρεί οξυγόνο. Όχι με το ίδιο πρόσωπο, αλλά με την ίδια ψυχή. Γιατί οι ανεκπλήρωτες αγάπες δεν τελειώνουν. Μεταμορφώνονται.
