Γράφει η Μαρία Κυπραίου
Ξύπνησα κλαίγοντας για ακόμη μια φορά. Η μορφή σου σκέπαζε ακόμα την ησυχία του δωματίου. Εψαξα να σε βρώ τριγύρω αλλά το μόνο που έμεινε απο εσένα ήταν η σκιά σου, στην ουσία ούτε κι αυτή. Αυτό που έβλεπα ήταν το φώς της λάμπας του δρόμου, που έμπαινε μέσα απο το παράθυρο.
Πάλι εκείνο το όνειρο..
Γύρισα πλευρό προσπαθόντας να επαναφέρω την ανάσα μου, να ηρεμήσω μα δεν τα κατάφερα. Σηκώθηκα να πιω λίγο νερό και το βλέμα μου έπεσε σε εκείνο το σημείωμα στο ψυγείο..
“Καλημέρα έρωτα μου, σε αγαπώ”
Εμεινα να το κοιτάω με δάκρυα στα μάτια απο τον εφιάλτη, για το φευγιό σου, για την απώλεια, για το γιατί.
Το σημείωμα είναι εκεί, απο τη μέρα που έφυγες, μάλλον πολλές μέρες πριν φύγεις. Μετράει τις μέρες που πέρασαν, τις ώρες που είμασταν ευτυχισμένοι, τις στιγμές μας.
Γύρισα στο κρεβάτι, το κρεβάτι που κάποτε μοιραζόμασταν. Γύρισα προς τη μεριά σου. Αυτός ο εφιάλτης με στοιχειώνει, κι ας έχει περάσει καιρός, κάθε βράδυ το ίδιο. Κάποιες μέρες ξυπνάω με αναφιλητά, κάποιες πάλι ουρλιάζοντας.
Εξαφανίστηκες έτσι απλά.
Όπου κι αν κοιτάξω βλέπω εσένα, όλα σε θυμίζουν, η μυρωδιά των λουλουδιών, οι περαστικοί στο δρόμο, οι άγνωστες φωνές στο τηλέφωνο μου θυμίζουν εσένα. Το ρολόι σου, που χτυπάει κάθε μέρα 6:30 για να πάς στη δουλειά, ο αέρας μου φέρνει τη μυρωδιά σου. Σε νιώθω στις ταινίες, στο σινεμά που μοιραζόμασταν τα πατατάκια.
Όλα γύρω μου φέρνουν στο μυαλό το άγγιγμα σου, το χάδι σου.
Κάποια ρούχα είναι ακόμα στην ντουλάπα.
Κάποιες φορές τα παίρνω και τα μυρίζω, τα φοράω και σε νιώθω εκεί, σε αγκαλιάζω για να ζεσταθώ και μετά σε παίρνω στο κρεβάτι μας.
Είναι μάλλον που μου έχεις λείψει και το σπίτι είναι άδειο χωρίς το γέλιο σου, τα βογκητά μας.
Είναι που όταν δεν σε νιώθω φτάνω στα όρια της παράνοιας, αν δεν σε δώ στον ύπνο μου τα βράδια ή αν δεν αγγίξω κάτι δικό σου τρελαίνομαι.
Είσαι παντού και πάντα θα είσαι.
Όσο μακριά κι αν είσαι!
Είσαι κομμάτι του εαυτού μου, δικό μου!
Κι ας έφυγες…
Όπου κι αν είσαι, να θυμάσαι πως είσαι πάντα εδώ.
Σε λατρεύω! Μου λείπεις! Να προσέχεις!
Σε περιμένω…