Γράφει ο Κονξ Ομ Παξ
Αν μπορούσα να αλλάξω τα πάντα στην ζωή μου, να είσαι σίγουρη πως δεν θα άλλαζα τίποτα απ’ όσα έχω ζήσει, γιατί καρδιά μου, όλες μου οι κινήσεις, όλες μου οι αποφάσεις, όλες μου οι αποτυχημένες σχέσεις, με έκαναν τον άντρα που είμαι σήμερα και μου φώτισαν το μονοπάτι για να σε γνωρίσω.
Πώς είναι δυνατόν να εκτιμήσω καλύτερα το ποια είσαι πέρα του να ακούσω την καρδιά μου που ουρλιάζει από αγάπη για σένα, το μυαλό μου που διψάει για το άγγιγμα σου και την ψυχή μου που λαχταράει την παρουσία σου.
Δεν μπορώ να φανταστώ καλύτερη ζωή από αυτή που μοιράζομαι με σένα, δεν μπορώ να φανταστώ καλύτερη στιγμή από αυτή που τα κορμιά μας γίνονται ένα, δεν μπορώ να φανταστώ μεγαλύτερη ηδονή από αυτή που μου προσφέρει το άγγιγμα σου.
Νιώθω σαν να με άγγιξαν επιτέλους οι θεοί και μου έδωσαν το χάρισμα να εκτιμήσω τα όσα μου δίνεις απλόχερα, γιατί ομορφιά μου, αυτά που μου δίνεις είναι όλα όσα ζητάει να βρει κάθε άντρας στο ταίρι του.
Η κατανόηση σου, το μυαλό σου, το πανέμορφο πρόσωπο σου, το απίθανο κορμί σου, το μαγικό φιλί σου, το θεσπέσιο άρωμα του ιδρώτα σου, η μαγική σου ιδιότητα να με κάνεις να νιώθω τόσο μα τόσο σημαντικός για σένα, είναι λίγα από αυτά που λαμβάνω καθημερινά απλόχερα.
Δεν ξέρω να γράφω ποίηση, να ζωγραφίζω, ή να γράφω μουσική, μα νιώθω πως όλοι οι ποιητές θα ζήλευαν να σε είχαν για μούσα τους στην αιώνια αναζήτηση τους για έμπνευση, όλοι οι ζωγράφοι θα σκότωναν να σε είχαν σαν ζωντανό μοντέλο τους για να απεικονίσουν όλα σου τα χαρίσματα σε ένα άδειο καμβά και όλοι οι μουσικοί θα έδιναν τα πάντα για να μπορέσουν να μελοποιήσουν στο πρόσωπο σου όλες τις σπονδές προς τους θεούς τους.
Και όλα αυτά, όλες αυτές οι χάρες και η ομορφιά, αγαπάει εμένα…
Ω θεοί, πόσο πολύ σας ζηλεύω που ζείτε αιώνια, γιατί αναζητώ και εγώ την αθανασία του σώματος και της ψυχής καθώς προσκυνώ μπροστά στο μεγαλείο της πραγματικής αγάπης, και δακρύζω που είμαι θνητός.
Ακούστε με λοιπόν εκεί ψηλά στον Όλυμπο και χαρίστε μου λίγη από την αθανασία σας, λίγη από την άφθαρτη σάρκα σας, γιατί αυτό που νιώθω δεν μπορεί να το χαρεί ένας θνητός σε μία τόσο σύντομη ζωή.