Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης.
Είναι που καμία γυναίκα δεν θα καταλάβει ποτέ τις ανασφάλειες ενός άντρα.
Είναι που κανένας άντρας δεν θα καταλάβει ποτέ την δύναμη μιας γυναίκας.
Και κάπου ενδιάμεσα χάνουμε τη ζωή.
Εσύ με διώχνεις κι εγώ μένω.
Ναι, μένω.
Δεν είναι που δεν έχω πού να πάω. Είναι πως όπου και να κοιτάξω γύρω μου, δεν μπορώ να δω κάτι που έστω να σου μοιάζει λίγο.
Κάτι που να μπορώ να πω πως αξίζει να διεκδικηθεί.
Πήξαμε στις μποτοξαρισμένες μάσκες και μαζί με τις ρυτίδες, σβήστηκαν και τα αισθήματα που τις προκάλεσαν.
Τι να την κάνω την τελειότητά σου κορίτσι μου;
Δεν μου κάνει.
Σε θέλω σημαδεμένη, χαραγμένη, με φόβους κι ανασφάλειες που θα τους κάνω δικούς μου.
Δεν θέλω να δίνεις μάχες μόνη σου.
Θέλω να τις δίνουμε μαζί.
Δεν κουράστηκες ακόμα να είσαι όλοι οι ρόλοι της ζωής σου;
Εγώ είμαι εδώ, και προσπαθώ.
Όσο με διώχνεις, εγώ μένω.
Όσο μπορώ, όσο με αντέχεις.
Εγώ θα σου δίνω..
Κάθε μέρα θα σου δίνω κάτι από εκείνο που σου στέρησε το χθες.
Δεν θα παίξουμε παιχνίδια καψουρέματος.
Δεν θα κάνουμε στρατηγικές κινήσεις για εκείνο το περίφημο “πάνω χέρι” της σχέσης.
Στο πλάι μου θέλω να περπατάς.
Ούτε να με ακολουθείς, ούτε να σε ακολουθώ.
Πλάι πλάι.
Χέρι χέρι.
Κι αν ο δρόμος έχει καταιγίδες, να χορέψουμε μαζί στην βροχή μέχρι να μουσκέψει και το τελευταίο κύτταρό μας.
Ξέρω πως δεν μεγάλωσες για να γίνεις πριγκίπισσα.
Ξέρω πως έγινες γυναίκα και πολλές φορές και άντρας στην ζωή σου.
Κι εγώ είμαι εδώ, όσο ανυπόφορη κι αν γίνεσαι ώρες ώρες.
Είμαι εδώ, μένω, γιατί τουλάχιστον, είσαι αληθινή.
Κι αυτό πια, σπανίζει κορίτσι μου.
Η αληθινή γυναίκα..