Γράφει ο Δημήτρης Καραμάνος
Δεν γυρνούν επειδή τους λείπεις. Δεν γυρνούν επειδή ξαφνικά θυμήθηκαν ποιος ήσουν για εκείνους. Γυρνούν όταν καταλάβουν πως, όσο κι αν προσπάθησαν, κανείς άλλος δεν μπόρεσε να πάρει τη θέση σου.
Η απουσία σου δεν τους πονάει επειδή σε χρειάζονται. Τους πονάει επειδή κάθε προσπάθεια να γεμίσουν το κενό σου καταλήγει να τους θυμίζει εσένα. Το χαμόγελό σου που δεν μπόρεσαν να ξεχάσουν, τη φωνή σου που τους αντηχεί ακόμα όταν όλα γύρω είναι σιωπή.
Δεν γυρνούν για να ζητήσουν συγγνώμη. Γυρνούν γιατί το «καινούριο» δεν είχε την ίδια φωτιά. Γιατί το «άλλο» δεν είχε το ίδιο βάθος. Γυρνούν όταν συνειδητοποιούν ότι η αντικατάσταση δεν είναι λύση. Ότι κάποιοι άνθρωποι δεν αντικαθίστανται – απλώς μένουν ανεξίτηλοι.
Αλλά μην μπερδεύεσαι. Η επιστροφή τους δεν είναι απόδειξη της αξίας σου. Η αξία σου φαινόταν κάθε φορά που έδινες, που αγαπούσες, που έμεινες εκεί όταν όλα ήταν δύσκολα. Η αξία σου ήταν εκεί πριν καν φύγουν. Τώρα είναι απλώς η στιγμή που το κατάλαβαν.
Το ερώτημα είναι: αξίζει να τους αφήσεις να γυρίσουν; Γιατί το να λείπεις από κάποιον και το να μη μπορούν να σε αντικαταστήσουν, δεν είναι το ίδιο με το να θέλουν να σε κρατήσουν πραγματικά. Κι εσύ; Δεν είσαι επιλογή. Είσαι το «όλα ή τίποτα». Και αυτή τη φορά, ίσως το «τίποτα» να είναι η σωστή απάντηση.