Δεν ήξερες πως τα δεδομένα όταν φεύγουν κάνουν εκκωφαντικό θόρυβο;
Γράφει ο Άρης Γρηγοριάδης
Την φώναξες “πουτάνα”, της φόρτωσες το τέλος της σχέσης μας. Εκείνη, η τρίτη, η τσούλα, η ξετσίπωτη που σου χάλασε το σπίτι. Φώναξες κι εμένα προδότη, φώναξες λέξεις σκληρές για να ξεσπάσεις την οργή σου.
Ναι, σε απάτησα. Σε κεράτωσα όπως λέμε εμείς οι λαϊκοί.
Ναι, μια άλλη γυναίκα κέρδισε την προσοχή μου, την αγάπη μου, τον έρωτά μου, ακόμα και τον πόθο, την καύλα, ό,τι κάνει δυο ανθρώπους να μοιράζονται μια σχέση.
Κι έκατσα απέναντί σου και στο είπα. Σε κοίταξα στα μάτια και στο είπα. Σε κοίταξα στα μάτια και σου είπα ότι έχουμε τελειώσει. Ο τροφοδότης ξέμεινε από ενέργεια. Δεν μπορεί να σου δώσει ούτε άλλη δύναμη, ούτε άλλες εναλλακτικές. Ενέργεια που δεν ανατροφοδοτείται, μας τελειώνει.
Δεν το ήξερες;
Δεν ήξερες πως ότι παραμελείς σε εγκαταλείπει; Δεν ήξερες πως ότι θεωρείς δεδομένο σου αφήνει μια εκκωφαντική σιωπή για να καταλάβεις τι αξία είχε; Δεν ήξερες πως ό,τι εγκαταλείπεις θα σε εγκαταλείψει;
Ναι, σου το είπα πολλές φορές. Πάμε στα βράχια, κάνε κάτι. Άλλαξε ρότα. Άλλαξε διαδρομή. Χανόμαστε κορίτσι μου κι εσύ κοιτάς την πάρτη σου και μόνο.
Χανόμαστε σου έλεγα κι εσύ γελούσες, θυμάσαι;
Μέχρι που έπαψα να λέω. Έπαψα να ζητάω. Έπαψα να δίνω. Έπαψα να νιώθω. Τώρα δεν με ενοχλούσε τίποτα. Ούτε η ακαταστασία σου, ούτε η αυτ-εγκατάλειψή σου, ούτε όλα εκείνα τα “σιγουράκια” που πόνταρες στην πλάτη μου ερήμην μου.
Μέχρι που το κενό έγινε τέτοιο, που χωρούσε ένας ολόκληρος άνθρωπος. Μια άλλη γυναίκα. Μια σύντροφος. Μια ερωμένη. Μια φίλη. Μια συνοδοιπόρος. Μέχρι που μου θύμισε για ποιο λόγο αξίζει να θες να συναντήσεις κάποιον. Για ποιον λόγο να λαχταράς να ακούσειες μια φωνή.
Και τώρα, κοιτάξου στον καθρέφτη, και ξαναπές την πουτάνα, ξαναπές την καριόλα. Ξαναπές της ότι σου έκλεισε το σπίτι. Ξαναπές της το, κοιτώντας την στα μάτια. Γιατί το σπίτι σου, το έκλεισες και διπλοκλείδωσες και την κλειδαριά, εσύ.
Εκείνη, το σπίτι σου στο κράτησε ανοιχτό για παραπάνω απ’ όσο νομίζεις. Γιατί εκείνη αποσώβησε τα ξεσπάσματά μου. Γιάτρεψε την απογοήτευσή μου. Στάθηκε δίπλα μου. Γιατί δεν με πήρε από εσένα. Ήμουν μόνος από καιρό.
Εκείνη που απαξιείς, που βρίζεις, που προσβάλεις, το μόνο που έκανε, ήταν να σε σώσει από όλα τα κατηγορώ που είχα έτοιμα για εσένα.
Γιατί μου θύμισε πως την τοξικότητα, μπορείς να την αντιμετωπίσεις μόνο φεύγοντας μακριά. Πολύ μακριά.
Λυπάμαι που δεν έφυγα νωρίτερα, λυπάμαι που δεν θα καταλάβεις ούτε τώρα, πως η αδιαφορία σου, ο εγωισμός σου και η ξερολίασή σου μας έκλεισε το σπίτι.
Καλή ζωή.
ΥΓ. Κι εσείς κορίτσια που θα θυμώσετε, να σας τονίσω πως λατρεύω τις γυναίκες, τις τιμώ, τις σέβομαι. Κι αν θυμώσετε πολύ, ρίξτε μια ματιά στον καθρέφτη σας, μήπως, λέω μήπως, θυμώσατε γιατί κάπου μέσα σας ξέρετε πως κάποιον άντρα θεωρήσατε δεδομένο και τον κάνατε δυστυχισμένο.