Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Δεν ήταν ποτέ απλά όμορφη. Ήταν μοναδική. Ήταν από αυτές τις γυναίκες που δεν γεμίζουν το μάτι με την πρώτη ματιά. Όχι, δεν ήταν το κορίτσι που θα σταθείς να χαζέψεις στον δρόμο. Ήταν εκείνη που θα σε στοιχειώσει όταν το βλέμμα της διαπεράσει το δικό σου.
Γιατί είχε κάτι. Κάτι που δεν το βρίσκεις εύκολα. Κάτι που δεν το ζητάς – το ανακαλύπτεις σιγά σιγά, καθώς το μυαλό σου μπλέκεται στο δικό της και χάνεσαι σε ατέλειωτες συζητήσεις που σε αφήνουν ξάγρυπνο τα βράδια. Ήταν αυτή που μπορούσε να σε γονατίσει με ένα βλέμμα και να σε κάνει να ξεχάσεις ό,τι θεωρούσες δεδομένο.
Δεν ήταν απλά γυναίκα. Ήταν σύμπαν ολόκληρο, με πλανήτες και δορυφόρους που γύριζαν γύρω της και κατέληγαν πάντα εκεί – στο κέντρο της ύπαρξής της. Ήταν εκείνη που, όταν έμπαινε σε έναν χώρο, δεν τον κατέκλυζε με την παρουσία της, αλλά τον γέμιζε με μια αόρατη ενέργεια που σε έκανε να νιώθεις ότι πρέπει να την προσέξεις.
Και αυτό έκανε. Τον ανάγκασε να την προσέξει. Όχι για την ομορφιά της, αλλά για τον τρόπο που έσπαγε τους κανόνες χωρίς να προκαλεί, που γελούσε σαν να ξόρκιζε τους φόβους της και που μπορούσε να σε κοιτάξει με τέτοια ένταση, λες και αποκρυπτογραφούσε τις πιο σκοτεινές σου σκέψεις.
Την ερωτεύτηκε όταν κατάλαβε ότι δεν ήθελε απλά να την αγγίξει. Ήθελε να την καταλάβει. Να την αποκωδικοποιήσει. Να διαβάσει τα σημάδια που έκρυβε επιμελώς πίσω από το χαμόγελό της. Ήταν από εκείνες τις γυναίκες που δεν τις κατακτάς απλά με όμορφα λόγια και επιφανειακές υποσχέσεις.
Άγγιξε το μυαλό της πριν το σώμα της. Φίλησε την ψυχή της πριν τα χείλη της. Κι όταν τελικά τα δάχτυλά του γλίστρησαν πάνω στο δέρμα της, ήξερε πως είχε ήδη κερδίσει την ψυχή της.
Κάπως έτσι την ερωτεύτηκε.
Όχι γιατί ήταν όμορφη. Αυτό μπορούσαν να είναι πολλές. Εκείνη, ήταν μοναδική.