Γράφει η Βάσω Θεοδωρίδου
Ήσουν το ναρκωτικό που τόσο χρειαζόμουν. Ένα δυνατό παραισθησιογόνο. Μακριά σου ήμουν σωματικά ήρεμη και ψυχικά ταραγμένη. Άντεχα για λίγο μακριά σου και μετά από λίγο σε αναζητούσα σαν μανιακή. Σε είχα ανάγκη. Ήθελα έστω μια μικρή δόση από εσένα. Έστω να ακούσω τον ήχο της φωνής σου.
Δε με ενδιέφερε να σε δω, να σε αγγίξω, να σε φιλήσω. Είχα μάθει να ζω χωρίς αυτά, είχα μάθει στην απουσία τους, χρειαζόμουν τουλάχιστον τη φωνή σου. Για να γελάσω, για να κλάψω, για να πονέσω, για να νιώσω ολόκληρη, για να ξεκινήσω και πάλι να αισθάνομαι, να ζω.
Ήξερα ότι μου κάνεις κακό, ήξερα ότι σιγά σιγά με κατέστρεφες αλλά ρε γαμώτο δεν άντεχα χωρίς την ύπαρξη σου στη ζωή μου. Ήσουν πάντα η μεγαλύτερη εξάρτηση μου.
Η εξάρτηση αυτή που δεν μπορούσα με τίποτα να της ξεφύγω. Πάντοτε με τριγύριζε και μου υπενθύμιζε με επίμονο και εκνευριστικό τρόπο την επιρροή που είχε επάνω στο σώμα μου, στη ψυχή μου, στο μυαλό μου.
Μου υπενθύμιζε πόσο ανήμπορη στέκομαι μπροστά της, πόσο μηδαμινή! Και πώς να της ξεφύγω; Πώς;