Γράφει η Ειρήνη Αντωνάκη
Μου πετάς δύο- τρεις δικαιολογίες, ανοίγεις τη πόρτα και φεύγεις. Έτσι λοιπόν τελειώνεις ό,τι δεν σου αρέσει. Πετάς ό,τι φτιάξαμε επειδή κάτι στη πορεία σε χάλασε. Μια ζωή στα λόγια ήσουν άριστος ενώ στις πράξεις μετεξεταστέος. Δεν άντεξες την αγάπη που σου έδωσα, το πάθος που μοιράστηκα μαζί σου γιατί ήσουν λίγος.
Γεννήθηκες για να λες πολλά και να κάνεις λίγα. Δεν θα κλάψω, δεν θα σου κάνω το χατίρι, χαράμισα πολλά για σένα αλλά δάκρυ δεν ρίχνω.
Σηκώνομαι, βγαίνω στο μπαλκόνι, σε προλαβαίνω την ώρα που ανοίγεις τη πόρτα του αμαξιού. Σου λέω ότι ανέξοδος χωρισμός δεν υπήρξε για κανένα, ο καθένας περνάει από το ταμείο τη κατάλληλη στιγμή και πληρώνει με το κατάλληλο τόκο.
Είμαι σίγουρη ότι η δική σου στιγμή δεν θα αργήσει και το χρέος σου θα είναι μεγάλο αλλά μην ξεχάσεις ότι εσύ το δημιούργησες. Δεν λες κάτι. Φεύγεις σαν να μην τρέχει τίποτα. Θα το πληρώσεις και θα είναι ακριβά αλλά δεν λυπάμαι για σένα, για εμένα λυπάμαι που τελικά αποδείχτηκες ακόμη ένα λάθος.