Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Ήρθα. Όχι γιατί μου έλειψες μόνο. Αλλά γιατί δεν γίνεται να συνεχίσω να ζω χωρίς εμάς.
Κι όχι, μην το πεις ακόμα “δεύτερη ευκαιρία”. Δεν είναι αυτό.
Είναι η επιστροφή στο μόνο πράγμα που έβγαζε νόημα: εσύ. Εγώ. Εμείς.
Πέρασα μέρες να πείθω τον εαυτό μου πως ήταν σωστό που φύγαμε. Πως κάναμε το καλύτερο.
Κι έπειτα νύχτες. Που σβήνανε τα σωστά και μένανε μόνο τα λάθη μου.
Όσα είπα και δεν έπρεπε. Όσα δεν είπα και τα πλήρωσες.
Όσα σε πλήγωσαν και δεν τα κατάλαβα καν την ώρα που τα έκανα.
Τώρα τα κατάλαβα. Με κάθε μέρα χωρίς εσένα, τα ένιωσα όλα στο πετσί μου.
Την έλλειψή σου, την απουσία σου, τον θυμό σου, το κενό.
Και κάθε τι μου έλεγε ένα πράγμα: γύρνα. Μην την αφήσεις να φύγει άλλο.
Αυτή η γυναίκα δεν ήταν περαστική. Ήταν προορισμός.
Ήρθα, λοιπόν. Όχι με δάκρυα, ούτε με “συγγνώμες” φτηνές. Ήρθα με την αλήθεια μου.
Ήρθα να πάρω τη ζωή μας απ’ την αρχή. Με όλα τα λάθη μπροστά, να μην τα ξανακάνουμε.
Με όλα τα πάθη ζωντανά, να τα ξαναφτιάξουμε.
Με τα χέρια μου απλωμένα, να πιαστώ ξανά από τα δικά σου.
Μη μου πεις αν με περίμενες. Μη μου πεις αν πόνεσες.
Ξέρω. Κι εγώ πόνεσα. Και το πληρώνω.
Αλλά σήμερα δεν ήρθα να πληρώσω άλλο.
Ήρθα να χτίσω.
Μια νέα αρχή, με εμάς.
Μ’ εσένα, όπως δεν σε κράτησα ποτέ.
Και μ’ εμένα, όπως δεν ήμουν ποτέ.
Αλλά τώρα είμαι. Κι ήρθα να σε πάρω.
Όχι πίσω. Μπροστά.
Στην αρχή της ζωής που μας χρωστάμε.