Γράφει ο Πάνος Θεοδώρου
Όταν έρθει το τέλος, δεν έρχεται ποτέ μόνο του. Φέρνει μαζί του εκείνη την απόφαση που δεν θες να πάρεις αλλά δεν μπορείς και να αποφύγεις. Φέρνει το στομάχι που σφίγγει, τα δάχτυλα που θέλουν να γράψουν “μου λείπεις”, τη σιωπή που φωνάζει.
Και κάπου εκεί, κάνεις το αδιανόητο. Πατάς φρένο. Όχι γιατί σταμάτησες να νιώθεις. Αλλά γιατί δεν έχει άλλο δρόμο. Δεν έχει άλλα “ίσως”. Δεν έχει άλλα “θα δούμε”. Έχει μόνο εσένα, απέναντι στον εαυτό σου.
Είναι ψέμα ότι το τέλος έρχεται όταν δεν νιώθεις πια. Το τέλος έρχεται όταν νιώθεις ακόμα, αλλά δεν αντέχεις άλλο να πληρώνεις το τίμημα. Όταν ο έρωτας σου μοιάζει με δόλωμα. Όταν η ανάγκη να κρατηθείς, σου στοιχίζει πιο πολύ απ’ το να φύγεις.
Δεν είναι εύκολο να πεις «ως εδώ». Δεν είναι απλό να σκοτώσεις την προσδοκία. Να κόψεις τη συνήθεια. Να αρνηθείς αυτό που θες με όλο σου το είναι. Αλλά το κάνεις. Γιατί φτάνει μια στιγμή που το «μαζί» δεν σώζει, μόνο ματώνει. Και το να μείνεις, γίνεται πράξη αυτοκαταστροφής.
Πατάς φρένο, λοιπόν. Και κάθε μέρα, μαθαίνεις να μην απαντάς. Να μην κοιτάς πίσω. Να μη ρωτάς τι κάνει, αν σκέφτεται, αν νιώθει. Δεν είναι επιλογή το να μη νιώσεις. Επιλογή είναι το να μη δείξεις. Να μην επιστρέψεις.
Και τελικά, αυτό είναι το πιο δύσκολο: να νιώθεις ακόμα, αλλά να μη σου επιτρέπεις να φανείς. Γιατί ξέρεις. Ότι αν το φρένο φύγει, θα επιστρέψεις πάλι σε έναν κύκλο που σε διαλύει.
Κι εσύ, δεν αντέχεις να ξαναμαζεύεις τα κομμάτια σου από την αρχή.
