Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης
Δεν ήμουν έτσι. Δεν ήμουν αυτός που βλέπεις τώρα. Ήσουν εσύ που με άλλαξες. Εσύ που πάτησες όλα τα λάθος κουμπιά. Εσύ που με τράβηξες στα άκρα μου, μέχρι να δω έναν εαυτό που δεν αναγνώριζα.
Ξέρεις τι έκανες; Έσκαψες βαθιά μέσα μου. Έβγαλες στην επιφάνεια τον θυμό, την ανασφάλεια, τον φόβο. Έκανες τα πάντα για να με κάνεις να αμφιβάλλω για εμένα, για εμάς, για ό,τι πίστευα ότι μπορούσε να χτιστεί. Και τα κατάφερες.
Έγινα σκληρός. Κυνικός. Έγινα αυτό που μισούσα, γιατί κάθε μέρα δίπλα σου ήταν ένας αγώνας επιβίωσης. Μια μάχη για να κρατήσω ένα κομμάτι από αυτό που ήμουν, πριν με κάνεις να νιώσω μικρός, λίγος, ανεπαρκής.
Αλλά, ξέρεις κάτι; Σε ευχαριστώ. Σε ευχαριστώ που με πήγες στα άκρα. Γιατί τώρα ξέρω. Τώρα βλέπω τον εαυτό μου γυμνό, χωρίς φίλτρα, χωρίς δικαιολογίες. Και, ναι, μπορεί να μην μου αρέσει αυτό που είδα, αλλά ξέρω τι πρέπει να αλλάξω.
Δεν θα σου ρίξω όλο το φταίξιμο. Εγώ σε άφησα να με φτάσεις εκεί. Εγώ δεν έβαλα όρια, δεν είπα «ως εδώ». Αλλά τώρα ξέρω. Τώρα μπορώ να αφήσω πίσω τη χειρότερη εκδοχή μου. Και ξέρεις τι άλλο; Μπορώ να αφήσω και εσένα πίσω.
Δεν θα είμαι ξανά αυτός που με έκανες. Γιατί, όσο κι αν προσπάθησες να με σπάσεις, δεν τα κατάφερες. Είμαι ακόμα εδώ. Και αυτή τη φορά, θα ξαναβρώ την καλύτερη εκδοχή μου. Όχι για σένα. Για μένα.