Γράφει η Άντζελα Καμπέρου
Μπλέξαμε και ξεμπλέξαμε. Και ύστερα από λίγο μπλέξαμε ξανά.
Μπλέξαμε. Μπλέξαμε με φίλους που ήθελαν μόνο να μας χρησιμοποιήσουν. Mε ανθρώπους που φθονούσαν και μισούσαν. Μπλέξαμε με ανθρώπους που ήξεραν μόνο να πληγώνουν.
Μπλέξαμε. Σε καταστάσεις δύσκολες. Μπλέξαμε σε ιστορίες ατέρμονες με την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα λήξουν μόνες τους. Σε ιστορίες που πόνεσαν και σε άλλες που άφησαν πληγές που είναι ακόμα ανοιχτές.
Μπλέξαμε. Μπλέξαμε με τους εαυτούς μας σε φάσεις της ζωής μας που έπρεπε να ξέρουμε τι θέλουμε. Με εμάς όταν δεν είχαμε καμία ιδέα τι γίνεται στη ζωή μας και προσπαθούσαμε να λύσουμε ένα πολύ μπερδεμένο κουβάρι.
Μπλέξαμε. Σε ζωές άλλων που δεν μας ήθελαν ποτέ εκεί. Σε ζωές ανθρώπων που μας ήθελαν δίπλα τους αλλά τους αφήσαμε χωρίς καμία προειδοποίηση. Μπλέξαμε τις ζωές μας με τις ζωές άλλων θέλοντας να ενώσουμε το μέλλον μας και καταλήξαμε να καταστρέφουμε το παρόν μας.
Μπλέξαμε και ξεμπλέξαμε. Και ύστερα από λίγο μπλέξαμε ξανά.
Μπλέξαμε όμως και με ανθρώπους που θα έκαναν τα πάντα για εμάς και ίσως στην αρχή να μην το βλέπαμε όμως έπειτα από λίγο το τοπίο ξεκαθάρισε. Με ανθρώπους που χαιρόντουσαν με κάθε μας επιτυχία και μας ανέβαζαν στα ουράνια. Μπλέξαμε με ανθρώπους που γνώριζαν πως να αγαπούν τους ανθρώπους που τους αγαπούν.
Μπλέξαμε και σε καταστάσεις όλο ζάχαρη, στιγμή και γλύκα ήταν αυτές οι καταστάσεις. Σε ιστορίες που μύριζαν άνθη λεμονιάς και άνοιξη, σε καταστάσεις από τις οποίες δεν θέλαμε ποτέ να φύγουμε. Σε ιστορίες που θα τις διηγούμαστε με ένα τεράστιο χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη και ένα βλέμμα νοσταλγίας στο πρόσωπο.
Μπλέξαμε και σε ζωές ανθρώπων που μας ήθελαν πάντα δίπλα τους και τους θέλαμε πάντα δίπλα μας. Μπλέξαμε τις ζωές μας με ανθρώπους που ξέραμε πως ότι κι αν μας φέρει ο δρόμος θα το περάσουμε μαζί, ξέραμε πως το μέλλον μας θα ήταν κοινό.
Άνθρωποι έρχονται για να σου ανοίξουν πληγές και άλλοι για να σου τις κλείσουν.
Μπλέξαμε και ξεμπλέξαμε. Και έπειτα από λίγο μπλέξαμε ξανά.
Ένα μπλέξιμο η ζωή. Άνθρωποι έρχονται και άνθρωποι φεύγουν. Άνθρωποι έρχονται για να σου δώσουν ένα μάθημα και άλλοι έρχονται για να σε βοηθήσουν να λάβεις αυτό το μάθημα όσο πιο ανώδυνα γίνεται. Άνθρωποι έρχονται για να σου ανοίξουν πληγές και άλλοι για να σου τις κλείσουν.
Μπλέκουμε τις ζωές μας με τις ζωές άλλων ανθρώπων για να παρέχουμε στήριξη ο ένας στον άλλον. Για να αποτελέσουμε μαθήματα αλλά και για να λάβουμε μαθήματα. Μπλεκόμαστε και ξεμπλεκόμαστε και η ζωή συνεχίζεται. Πότε με τους ίδιους ανθρώπους πότε με διαφορετικούς.
Μπλεκόμαστε στα δίχτυα της κι αυτή μας πάει όπου θελήσει. Μας φέρνει κοντά και έπειτα μας απομακρύνει πάλι. Μας μπλέκει και μας ξεμπλέκει. Μας κάνει ένα κουβάρι και ύστερα απλώνει την κλωστή και μας αφήνει να περπατήσουμε σε ίσιες γραμμές μέχρις ότου θελήσει πάλι να μας μπλέξει.
Ωραία τα μπλεξίματα. Δίνουν αξία στα εύκολα και δύναμη να ανταπεξέλθεις στα δύσκολα. Και τα μπλεξίματα κάθε είδους είναι ακόμα ομορφότερα όταν έχεις δίπλα σου ανθρώπους με τους οποίους μπορείς να τα αντιμετωπίσεις.
Κουβαράκι η ζωή. Άλλοτε ξεδιπλώνεται αβίαστα και άλλοτε σε παιδεύει λίγο, τόσο όσο, τόσο λίγο όσο να σου δείξει πόσο όμορφη μπορεί να γίνει αν παλέψεις λίγο για αυτή. Κουβαράκι η ζωή που μπερδεύεται και ξεμπερδεύεται το ίδιο εύκολα.
“Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη, δώσε κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι να αρχινίσει.”
Κάπως έτσι θα έπρεπε να μας καλωσορίζουν στον κόσμο, να παίρνουμε μια ιδέα για το τι πάει να πει ζωή. Κλωστή που τυλίγεται, ξετυλίγεται και φτου κι από την αρχή.
Μπλέξαμε.
Ναι αλλά όταν ξεμπλέξουμε θα είναι τόσο γλυκιά η απόλαυση.