Γράφει η Δωροθέα Σαμαρά
Ακριβοπληρωμένος εραστής ο πόθος. Ζιγκολό που στολίζει το γυμνό της δέρμα με τα ακριβά φιλιά του. Πέρλα – πέρλα τυλίγονται τα χάδια του γύρω απ’το λεπτό λαιμό της και αργά, πολύ αργά, ακολουθούν το μονοπάτι της σπονδυλικής της στήλης, καταλήγοντας στους ανθισμένους πρόποδες της ηδονής της.
Κάθε φορά που σφαλίζουν τα βλέφαρά της, εκεί επάνω τους τολμά και κρέμεται – όπως η βροχή στην άκρη της τέντας. Και στάλα – στάλα ξεγλιστράει και κυλάει πάνω στα κόκκινά της χείλη. Εκείνα που τα έβαψε ο έρωτας με κόκκινο, έντονο κραγιόν!
Κι εκείνα, που τόσο πολύ γλυκαίνονται λες και γεύτηκαν μέλι από κηρήθρα, τα ξελιγωμένα της γλώσσας χάδια δέχονται με ευχαρίστηση και χαμογελούν!
Τα διαμάντια, λένε, είναι οι καλύτεροι φίλοι της γυναίκας. Τα μαργαριτάρια, όμως, είναι ο κρυφός εραστής της! Εκείνος που τα φιλιά του κόσμημα γίνονται γύρω απ’το λαιμό της. Σε κάθε μία πέρλα του φυλακισμένος είναι κι ένας παλμός της . Κάθε μία λάμψη τους κι ένα αναμμένο της ” θέλω ”. Μικρή η ζωή, για να στερείσαι πόθους, ” θέλω ” κι ηδονές. Μικρή και συνάμα τόσο πολύτιμη, που δεν της αξίζει να την χαραμίζεις φορώντας ” faux bijoux”!