Μη νωθεύεις το “σ’αγαπώ” με “αλλά”..
Γράφει η Μαρία Κουγιουμτζόγλου
Κοίταξε γύρω σου έναν όμορφο και λαμπερό κόσμο! Έναν κόσμο γεμάτο όμορφα πρόσωπα, όμορφα κορμιά, λευκά χαμόγελα, παθιασμένα ζευγαρώματα, που εναλλάσσονται, περιφέρονται, κουνιούνται και λυγιούνται, διαφημίζοντας την εικόνα, το πάθος και την αβάσταχτη ελαφρότητα της ευτυχίας τους, ποσταρισμένη σε στημένες φράσεις, στημένες στάσεις και στιγμές, αποτυπωμένες και επιβραβευμένες με διαδικτυακά “like” φίλων και γνωστών.
Έναν όμορφο κόσμο γεμάτο εύκολα «σ’ αγαπώ» πάνω σε ιδρωμένα σεντόνια…
Σκόρπιες λέξεις, που χωρίς δυνατά «θέλω» και «μαζί», σκορπίζει ο άνεμος και χρόνος μέχρι να σβήσουν…
Ψεύτικες και ανυπόστατες εικόνες και λέξεις, δίχως βάρος και δίχως μπέσα, που κρύβονται τρομαγμένες κάτω απ’ το χαλί, πίσω από κλειστά παράθυρα, μέσα σε πολύβουα μπαρ, κόκκινα φώτα, υπόγεια και σκοτεινά δωμάτια ή πίσω απ’ την οθόνη ενός υπολογιστή, κοιτώντας τη ζωή απ’ την κλειδαρότρυπα, όταν χρειάζεται να υποστηριχθούν με πράξεις!
Οσκαρικά παιγμένα «σ΄αγαπώ» νερωμένα με «αλλά», σα νοθευμένα ποτά, κολλημένα σε κακό timing, ανυπέρβλητα εμπόδια, περίεργες φάσεις, χλιαρά θέλω, «περίπου», και «χαλαρές» σχέσεις.
Μια «αγάπη» που περιφέρεται δυστυχισμένη, διχασμένη, με κρίση ταυτότητας, έρμαιο στις διαθέσεις και την ανισορροπία του καθενός, εξαντλημένη, απ’ την άσκοπη περιπλάνησή της από στόμα σε στόμα κι από κορμί σε κορμί, που δεν ξέρει πλέον ποια είναι, που πάει κι αν στ’ αλήθεια υπάρχει.
Μην ξεφτιλίζεις και μην την ταλαιπωρείς άλλο έτσι την αγάπη, είναι κρίμα…
Αν δεν τη νιώθεις μέχρι το μεδούλι, αν δεν έχεις τα κότσια να κάνεις τη βουτιά και να την πιεις μέχρι την μέχρι την τελευταία σταγόνα, μη την ξεφτιλίζεις…
Αν δε μπορείς να της δώσεις την αξία που της πρέπει, μη την ευτελίζεις και μη την υποτιμάς.
Αν σαν άνθρωπος, δεν είσαι αρκετά ικανός, μάγκας, έτοιμος ή συγκροτημένος, ώστε να την αισθανθείς, να τη χαρίσεις και να τη μοιραστείς, μη τη νοθεύεις και μη τη χαλάς…
Αν δεν είσαι αρκετά γενναίος για να την υποστηρίξεις και να κρατήσεις ψηλά και ακέραια αυτά που πρεσβεύει, άσε την ελεύθερη σαν ιδέα, να ομορφαίνει τη ζωή αυτών που ακόμα την πιστεύουν και την αναζητούν…
Εκείνων που τολμούν να νιώσουν παράφορα, δυνατά, ρομαντικά κι απελπισμένα, με όλη τη δύναμη, την ειλικρίνεια, την αγνότητα, την παιδικότητα και την αφέλεια του νου, της ψυχής και των συναισθημάτων τους… Σα Δον Κιχώτες, σα ναυαγοί, σαν πεινασμένοι, σαν ερημίτες.
Μη τη μπερδεύεις με ψεύτικα συναισθήματα πάθους, καύλας, απλής και χλιαρής επιθυμίας. Μη την ακουμπάς με χέρια βρώμικα, μη την ασχημαίνεις με πρόστυχες σκέψεις και σκοτεινή ψυχή. Μη τη μουτζουρώνεις και μη τη σκοτεινιάζεις…
Δώσε της την καθαρότητα και την ομορφιά της γνήσιας κι ανεπιτήδευτης αλήθειας, φώτισέ την. Δώσε της τη δύναμη και το βήμα για να σε κάνει καλύτερο άνθρωπο ή άσε την στο βάθρο της, άσπιλη, αμόλυντη, αληθινή κι ελεύθερη, να δίνει ανάσα και ζωή σε όσους που τολμούν να ονειρεύονται πέρα απ’ το προφανές και να ζουν κάτω απ’ την επιφάνεια…
Σε όσους γουστάρουν ν’ αφεθούν στο βάθος και την ουσία της. Εκείνους τους ρομαντικά σκεπτόμενους, αφελείς και γραφικούς τύπους, που τολμούν αληθινά ν’ αγαπούν.
Μη την υποβιβάζεις σε κάτι εύκολο και ευτελές, που βγαίνει αβίαστα και δόλια από κάθε ψεύτικο στόμα. Μη τη νοθεύεις με «αλλά…», γιατί η αγάπη δεν έχει «αλλά…».
Νιώσε το μεγαλείο της ή άσε την ήσυχη, μοναδική και ξεχωριστή, να παραμένει όνειρο, ιδέα κι ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο…