Μάνα, γυναίκα, φίλη.. πάντα εκεί!
Γράφει η Αναστασία Κακαβά
Κατεβαίνω τα σκαλιά και σε αντικρίζω. Άλλη μια μέρα είσαι εκεί και πίνεις τον πρωινό σου καφέ καθισμένη στο σαλόνι. Είσαι η πρώτη καλημέρα μου που κουβαλάω όλη μέρα σαν φυλαχτό στην τσέπη. Από την ώρα που θα ανοίξεις τα μάτια σου ανησυχείς για μένα, καμιά φορά σκέφτομαι πως μέχρι και στο όνειρό σου έχεις τη δική μου αγωνία · «πώς είσαι;», «τι έχεις;», «τι θα φας;» , «κουράστηκες;», «πότε θα γυρίσεις;» μου λες ξανά και ξανά.
Με χαζεύεις όσο φτιάχνω πρωινό κι όταν σε ρωτάω «τι κοιτάς;» μου απαντάς δειλά «τίποτα». Ξέρω πως με καμαρώνεις, παρατηρείς κι εσύ πόσο μεγάλωσα, πόσο σου μοιάζω, πόσο προχώρησα. Μα ξεχνάς να σκεφτείς το πιο βασικό · εσύ είσαι η αιτία για όλα αυτά, δικό σου έργο είναι αυτό που χαζεύεις.
Από την αναπνοή μου μέχρι το στυλ στο ντύσιμό μου τα χρωστάω όλα σε σένα κι ας ξέρω πως ποτέ δεν θα δεχτείς αντάλλαγμα. Η αγάπη σου είναι ανιδιοτελής, σχεδόν θεϊκή! Είσαι ο φύλακάς άγγελός μου, η καλύτερή μου φίλη, η αδελφή ψυχή μου, ο ψυχολόγος μου, ο δάσκαλός μου.
Με χαιρετάς για τη δουλειά και ξέρω πως φεύγοντας πίσω μου προσεύχεσαι στα σιωπηλά. Τα λόγια σου με σκεπάζουν σαν δυο τεράστιες φτερούγες και με προστατεύουν από την κακία του κόσμου, ή τουλάχιστον αυτό θα ήθελες να κάνουν! Όμως δεν μπορείς να με σώσεις από τα πάντα κι αυτό σε πληγώνει βαθειά!
Γυρνάω σπίτι κι είσαι πάλι εκεί – τι ανακούφιση Θεέ μου! Η εικόνα σου και μόνο με ηρεμεί, ακόμη κι αν ξεσπώ αδίκως τα νεύρα μου σε εσένα, ίσως γιατί ξέρω πως εσύ θα καταλάβεις, εσύ πάντα καταλαβαίνεις! Η φροντίδα σου μυρίζει σαν τα φρεσκοσιδερωμένα ρούχα μου, έχει τη γεύση του φαγητού που μόνο εσύ ξέρεις να μαγειρεύεις και ακούγεται σαν την φωνή σου όταν με μαλώνεις που «δεν ξεκουράζομαι αρκετά»!
Καμιά φορά στέκομαι και σε χαζεύω εγώ όσο κοιμάσαι και νιώθω τυχερή που μεγαλώνοντας συνειδητοποιώ όλο και περισσότερο την ανεκτίμητη αξία σου! Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα ήταν η ζωή μου διαφορετικά, ακόμη και η γκρίνια σου είναι αξιολάτρευτη! Το ξέρω πως σε έχω πληγώσει, σε έχω απογοητεύσει και σε έχω πικράνει, αλλά για όλα φταίει η απειρία μου στη ζωή που συγκρούεται με τη δική σου πορεία και την αμφισβητεί γιατί αυτή είναι η φύση της.
Ακόμη κι έτσι εσύ είσαι εκεί σε όλα μου τα προβλήματα είτε στα εκμυστηρεύομαι είτε όχι. Άλλωστε στο έχω πει, με διαβάζεις όπως κανείς άλλος, μέχρι και την αλλαγή στην ανάσα μου νιώθεις όταν κάτι με αγχώνει, γι’ αυτό δεν χρειάζεται να λέμε πολλά μεταξύ μας.
Γίνονται όλο και περισσότερα τα βράδια που παρέα ξενυχτάμε και πια μιλάμε σαν γυναίκα προς γυναίκα, αυτό είναι και το πολυτιμότερο δώρο σου προς εμένα. Εκτός από ΜΑΝΑ πλέον είσαι και μια γυναίκα που μπορώ να εμπιστευτώ με μάτια κλειστά, να συμβουλευτώ και να συζητήσω. Ίσως να μην στα λέω όλα, όσα όμως πραγματικά με βασανίζουν τα ξέρεις ακόμη και με ένα βλέμμα.
Κάποτε μου είχες πει «αν ποτέ πληγωθείς θα το καταλάβω ακόμη κι από τον τρόπο που θα ανοίξεις την πόρτα του σπιτιού επιστρέφοντας». Γέλασα με τα λόγια σου εκείνη τη στιγμή σαν αφελής που ήμουν, αλλά τα φύλαξα καλά και να που αποδεικνύονται!
Το ευχαριστώ, το σ’ αγαπώ κι όλα τα λόγια τα βαριά είναι πολύ μικρά για να τα πω σε εσένα. Ένα μόνο θα ευχηθώ και θα ζητήσω, ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΚΕΙ…