Γράφει η Ηρώ Αναστασίου.
Μόνο με σένα ένιωθα έτσι, μόνο σε σένα μπορούσα να πω τα πάντα χωρίς να με παρεξηγήσεις, χωρίς να με κρίνεις, χωρίς να αισθάνομαι άσχημα. Γιατί δεν μπορείς να λες σε όλους τα πάντα σου, μόνο σε έναν, αυτόν που κουμπώνει η ψυχή σου μαζί του.
Μόνο με σένα γελούσα με όλα, γιατί ήμουνα τόσο ευτυχισμένη μαζί σου που δεν έβλεπα δυσκολίες, δεν έβλεπα προβλήματα, δεν σήκωνα τα βάρη της εποχής μας.
Κι όταν με κοιτούσες μ’αυτά τα μάτια σου τα πανέμορφα, έλιωνα, όπως και τώρα δηλαδή.
Γιατί να είσαι μακριά μου, γιατί; Αφού το ξέρω ότι μ’αγαπάς όσο κι εγώ.
Το νιώθω κι όταν νιώθω, νιώθω βαθιά, όπως η αγάπη μου για σένα, που βαθαίνει όσο περνάει ο καιρός.
Κάναμε λάθη, ναι, πολλά, αλλά και ποιος δεν κάνει; Η αγάπη όταν περιστοιχίζεται από έρωτα ματώνει καθημερινά.
Γδέρνεται, ξεσκίζεται απ’την ανάγκη κι εγώ σε έχω τόσο ανάγκη, έστω κι από μακριά.
Κάθε τέτοια εποχή μου λείπεις ακόμα πιο πολύ και ξέρεις το λόγο, ξέρεις ότι σε αγάπησα τέτοια εποχή.
Τέλη χειμώνα, αρχές άνοιξης. Θυμάσαι τι σου είπα;
Θα με σκοτώνω κάθε μέρα, και στην θέση της θα γεννάω μια άλλη, μέχρι να βρεις μία και να την αγαπήσεις, ακούς;
Κάθε μέρα λοιπόν με σκοτώνω και παίρνω θάρρος και γεννάω μια άλλη, μία που σ’αγαπάει πιο πολύ από χθες.
Κι ας είμαι δειλή, θέλω να είμαι έτσι κάποιες φορές για να θυμάμαι την γενναιότητα της ψυχής που αγαπάει, που πονάει κι αιμορραγεί.
Που ξέρει ότι η αγάπη δειλιάζει, ματώνει, φθείρεται.
Ναι είμαι δειλή, γιατί κατάλαβα πως πρέπει να είσαι γενναίος για να καταθέτεις την ζωή, τα όνειρα, την αγάπη, την ψυχή σου.
Ναι είμαι δειλή, γιατί έπρεπε να αντιμετωπίσω την δική μου ψυχή, η οποία ξέχασε τι αξίζει.
Ναι είμαι δειλή, γιατί ξέχασα να υπάρχω για μένα, ξέχασα να παλεύω για μένα.
Ναι είμαι δειλή, γιατί υποτάχτηκα κι όχι ότι είναι κακή η υποταγή, αλλά πρέπει να έχει κι ένα νόημα, πρέπει να έχει αγάπη.
Κι εμένα μόνο στην αγάπη μ’αρέσει να υποτάσσομαι.
Και θα συνεχίσω να είμαι δειλή, για να μπορώ να διακρίνω την γενναιότητα,για να μπορώ να αγαπώ.
Να είσαι πάντα γενναίος.
Γιατί όταν ο δειλός αντιληφθεί την διαφορά, θα πονέσει διπλά.
Μία γι αυτόν και μία που “σ’έχασε”.
Γι αυτό σου λέω, άσε με να είμαι μια γενναία “δειλή”, για να μπορώ να “σ’αγαπώ”.