Πόσο κρατάει ο πόνος της προδοσίας καρδιά μου;

Γράφει η Κική Γιοβανοπούλου
Άλλο ένα βράδυ με το κινητό στο χέρι. Να κοιτάζω την οθόνη σαν υπνωτισμένη, με τα μάτια θολά απ’ το κλάμα. Να πληκτρολογώ τον αριθμό σου και να το μετανιώνω, πετώντας το στον καναπέ απέναντι.
Πάει τόσος καιρός που χωρίσαμε. Ανταλλάξαμε βαριά λόγια. Σου είπα πως δεν θέλω να σε ξαναδώ ποτέ μου, μου είπες πως δεν αντέχεις να μ’ έχεις δίπλα σου. Σου είπα πως με πρόδωσες, μου είπες πως σ’ απογοήτευσα. Σου είπα πως δεν άξιζες, μου είπες πως δεν ήμουν αρκετή.
Έσκισα τις φωτογραφίες σου, έσβησα τα μηνύματά σου, διέγραψα τον αριθμό σου… μα έλα που η πουτάνα η μνήμη, αρνείται να τα σβήσει όλα αυτά! Έλα που ακόμη θυμάμαι και το πρόσωπό σου και τα λόγια σου και τις στιγμές μας και τους όρκους μας κι αυτόν τον αριθμό σου, που όσο κι αν προσπάθησα δεν κατάφερα να λησμονήσω…
Άλλο ένα βράδυ με το κινητό στο χέρι. Θολά τα μάτια απ’ τα δάκρυα και τα δάχτυλά μου να τρέμουν όσο σχηματίζω τον αριθμό σου. Για μια ακόμη φορά, κατάφερα να νικήσω την καρδιά μου και δεν πάτησα κλήση. Για άλλη μια φορά, η μονομαχία μέσα μου, έληξε με τελικό νικητή το μυαλό. Μέχρι την επόμενη φορά…
Πόσο θα κρατήσει άραγε όλο αυτό; Πόσο καιρό θα πάρει στην καρδιά μου να ηρεμήσει, να συμβιβαστεί, να αντιληφθεί, να δεχτεί; Πόσο καιρό θα πάρει στο μυαλό μου να την πείσει πως έτσι έπρεπε να γίνει, πως έτσι ήταν καλύτερο και για τους δύο;
Πόσο ακόμη θα κρατήσει αυτό; Πονάει γαμώτο…