Κι όσο σου φωνάζω τελειώσαμε, τόσο σου ζητάω να με κρατάς σφιχτά!

Γράφει η Λιάνα
Όσο άντεξα, άντεξα. Όσα ζήσαμε, ζήσαμε. Όσα είπαμε, είπαμε.
Απόψε σε διαγράφω. Από την ζωή μου, την καθημερινότητα μου. Απόψε προσπαθώ να ξεφύγω από την αρρωστημένη αδυναμία που σου έχω. Σβήνω μηνύματα, φωτογραφίες, βίντεο.
Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου, πριν πολλά χρόνια, πως κανένας άνθρωπος δεν θα με κάνει να εξαρτηθώ ποτέ ξανά από αυτόν. Και βρέθηκες εσύ να με κάνεις παιχνιδάκι στα χέρια σου. Σε άφησα να μπεις στις πιο κρυφές μου σκέψεις, στις πιο προσωπικές μου φαντασιώσεις. Σαν υπνωτισμένη ακολουθούσα επιθυμίες δικές σου πρόστυχες και απωθημένα ανεκπλήρωτα. Λες και δεν είχα βούληση, έκανα πράγματα που κοιτώντας πίσω, φοβάμαι τον εαυτό μου.
Οι φορές που σε είδα; Ελάχιστες. Οι φορές που σε υπάκουσα; Αμέτρητες. Τι νόημα μπορεί να έχει αν ο άλλος, απλά απαιτεί; Χωρίς να δίνει ούτε ένα μικρό κομμάτι του; Ποια είναι η ουσία αν ο άλλος με τον καιρό μεταλλάσσεται σε ένα τέρας που ζητάει μόνο περιστασιακές ηδονές, με την παρουσία μου;
Απόψε σε σκοτώνω. Σε θάβω μεγαλοπρεπώς, δίπλα σε όσα σκότωσα στη ζωή μου. Δίπλα σε κάθε ξεριζωμένη ανάμνηση. Πίστεψε με, εκεί που σε βάζω θα έχεις μεγάλη παρέα. Από ψεύτες, διπρόσωπους, κενούς, διαβρωμένους ανθρώπους. Είμαι σίγουρη πως κι εκεί δεν θα μάθει κανείς το αληθινό σου όνομα, την αληθινή σου ταυτότητα.
Προσπαθώ να νιώσω κάτι απόψε. Για την απόφαση μου. Να στεναχωρηθώ, να κλάψω. Δεν μπορώ όμως. Ένα άδειασμα αισθάνομαι. Μια γεύση στυφή, όπως μετά από ένα καλό μεθύσι, που χρειάζεσαι έναν καφέ και δυο τρία τσιγάρα απανωτά.
Και τι σου είναι το μυαλό; Δεν με ενδιαφέρει καθόλου που δεν θα με ξανακουμπήσεις. Δεν πονάω που δεν θα σε ξανανιώσω. Ακόμα και το φιλί σου που λάτρευα δεν περνάει από τη σκέψη μου. Αντιθέτως σκέφτομαι πως δεν θα σε ξαναδώ να χαμογελάς, δεν θα σε ξαναδώ να δαγκώνεις τα χείλια σου μ’εκείνα τα στραβά μπροστινά σου δόντια, δεν θα σε ξαναδώ να χαλαρώνεις δίπλα μου, δεν θα ξαναμυρίσω τη μυρωδιά σου. Αντίθετα ανησυχώ γιατί την τελευταία φορά που σε είδα ήσουν κουρασμένος, αδυνατισμένος, λες και θα μπορούσα ποτέ να σε προσέχω όπως θα ήθελα.
Το μόνο που μπορώ να πω πραγματικά πως με ενοχλεί, είναι πως εμείς οι δυο δεν κάναμε ποτέ έρωτα. Όπως ήθελα εγώ. Να σου πω τις αλήθειες μου, που καθόλου δεν τις άλλαξε η ζωή που κάνω και να φύγεις πρώτος εσύ, φορτωμένος από τύψεις.
Απόψε τελειώσαμε. Ξεπέρασες τα όρια μου με την ηλίθια σιωπή σου. Το νέο σου εργάκι που προσπαθεί να επισπεύσει να εκπληρώσω τις νέες σου επιθυμίες.
Απόψε τελειώσαμε. Γιατί με ξέρω καλά και στο τέλος θα μου κάνω μεγάλο κακό, προσπαθώντας να σε εκδικηθώ. Έτσι είναι καλύτερα… Τουλάχιστον δεν θα μας πονέσω και τους δυο.
Θα περιμένω να σε δω σε κάποιο όνειρο, που δεν θα μου αρνείσαι μια απλή αγκαλιά. Πόσο δύσκολο είναι να αποκοπείς απότομα, από αυτό που σε έκανε να σπαρταράς ολόκληρη. Πόσο σκληρό να μην μπορείς να διεκδικήσεις ένα “μείνε”. Μιας και δεν θα στο πω, θα φύγω όπως ήρθα… Άξαφνα…
Τελειώσαμε… (Κράτα με)