Έγινες τα πάντα μου κι ας μην έγινα ποτέ το δικό σου “για πάντα”
Γράφει η Αμάντα Παναγιώτου
Είχα μάθει πάντα να ελέγχω τις καταστάσεις.
Έβαζα γυαλινους τοίχους σε ότι δε με έπαιρνε να παρασυρθω.
Γυαλινους γιατί δε μου άρεσε ποτέ να κρύβω αυτό που έχω απέναντι μου.
Και εγώ μέσα σε μια γυάλα είμαι κλεισμένη, τίποτα να μη με αγγίξει και ότι τα κατάφερε ήταν πάντα συνειδητη επιλογή.
Ήξερα να ξεχωρίζω τα πρέπει με τα θέλω και σχεδόν πάντα μπορούσα να τα κρατάω σε απόσταση γιατί έτσι έπρεπε.
Σχεδόν.. Γιατί τώρα ήρθες εσύ, εσύ που από μακριά είχες ταμπέλα με ημερομηνία λήξης.
Εσύ που “ανηκες” σε κάποια άλλη και εγώ έγινα η “αλλη” στη δική σου ζωή.
Ήρθα για να περάσω άλλη μια φορά ευχάριστα το χρόνο μου, είχα ήδη διαλέξει ποιο θα ήταν το χώρισμα που θα έβαζα ανάμεσα μας για να μη πέσω με τα μούτρα.
Γύρισε ο τροχός και για εμένα όμως και η καλοπέραση μου έγινε “κολλημα” .
Σε εσένα μου ήρθαν εννιά στα δέκα, το δέκατο αυτό το δύσκολο είναι πως ποτέ δε θα είσαι ολοκληρωτικά δικός μου.
Μου έγινες εμμονή ιδέα, ξυπνάω και κοιμάμαι με το όνομα σου.
Κοιταζομαι στο καθρέφτη και δε με αναγνωρίζω.
Τρέμω στην ιδέα πως πλησιάζει η στιγμή που θα κοιμηθούμε μαζί για τελευταία φορά.
Δε φοβάμαι το τώρα αρκεί να το ζω μαζί σου.
Χάνω το μυαλό μου και το απολαμβάνω, αναζητώ τις στιγμές μας κάθε στιγμή και όταν αυτές μου κάνουν τη χάρη να επαναληφθούν υπάρχουμε μόνο εμείς.
Μαζί σου δε ξέρω τι μου ξημερώνει κι όμως συνεχίζω και θα το κάνω όσο εσύ έχεις τη πόρτα σου ανοιχτή.
Θέλω μόνο όταν φύγεις να σε προσέχει όσο εγώ.
Θέλω να με θυμάσαι πάντα και ας μην ήμουν ποτέ το δικό σου “για πάντα” .-