Γράφει ο Nickolas M.
Ημερολόγιο Καλοκαιριού (Μέρος 7ο)
Μώλος Αγίου Νικολάου, Πάτρα, 4 Σεπτεμβρίου
Η πόλη ξαναβρίσκει τον ρυθμό της. Είναι φοβερό πόσο αδειάζει κάθε καλοκαίρι όταν φεύγουν οι φοιτητές της. Τώρα όμως έχουν γυρίσει όλοι ορεξάτοι για νέα γλέντια. Νέες παρέες, πολλές μουσικές, πολλή κίνηση.
Κάθομαι στο γνωστό παγκάκι μας. Δεν έχω καμιά προσμονή, απλά είμαι σίγουρος ότι επίκειται η τελευταία μας συνάντηση. Όπως ήταν κι η πρώτη, στο ίδιο σημείο, χωρίς ραντεβού.
– Γύρισες ; Καλό χειμώνα.
Η γνώριμη μπάσα φωνή. Περίεργο, κανένα σκίρτημα αυτή τη φορά, καμία αντίδραση.
– Καλώς την. Ναι, γύρισα.
Κάνεις να με αγκαλιάσεις, αλλά δεν αντιδρώ. Με κοιτάς και χαμογελάς αμήχανα.
– Μου έλειψες.
Υπό άλλες συνθήκες θα πέταγα. Τώρα σιγή. Είμαι τόσο κυνικός που με εκπλήσσω.
– Δεν νιώθω κάτι. Τα κατάφερες, μπράβο. Έχω προχωρήσει. Καλή τύχη.
Σηκώνομαι και κατευθύνομαι προς την μηχανή που ήδη περιμένει. Με κοιτάς χαμένη.
– Άλλα μου έλεγες πριν λίγο καιρό.
– Θυμήσου τί μου απάνταγες σε αυτά τα «άλλα» που λες. Εγώ τα θυμάμαι. Πολύ καλά μάλιστα.
Η μικρή κορνάρει πάνω στη μηχανή. Την κοιτάς σοκαρισμένη.
– Δεν έχασες χρόνο βλέπω.
Δεν κρατιέμαι και ξεσπάω σε νευρικό γέλιο, σε βαθμό που γυρνάν και με κοιτάνε οι περαστικοί. Είσαι έτοιμη να κλάψεις. Θα έπρεπε να το απολαμβάνω αλλά δεν αισθάνομαι πραγματικά τίποτα. Έχουν τελειώσει όλα. Προσπάθησε άλλωστε φιλότιμα για αυτό.
– Αντίο, Ειρήνη.
Ίσα που ακούω την φωνή σου.
– Αντίο, Δημήτρη…
Καβαλάω τη μηχανή και φοράω το δεύτερο κράνος.
– Μικρή, δεν ξέρω τί θα κάνεις, εγώ ροζ κράνος δεν ξαναφοράω!
– Safety first, baby! Κρατήσου!
– Πού πάμε;
– Να προλάβουμε την γραμματεία της σχολής να γραφτώ και μετά όπου θες.
– Κάτι έχω κατά νου. Αν και φαντάζομαι ο νονός σου σου έχει πει τα βασικά.
– Για αρχή μου κάρφωσε μόνο τη διεύθυνση σου! Τώρα αναλαμβάνεις εσύ!
Κάτι μου λέει ότι μόνο «μικρό» μπελά δεν έβαλα στη ζωή μου. Ας είναι. Ο χρόνος θα δείξει. Για αρχή, είναι φίλος μου…