Την αγάπη που δεν έζησες, αυτή θα φοβάσαι πάντα
Σήμερα γράφω για σένα.. για σένα που δεν έμαθες να αγαπιέσαι.
Για σένα που δε στάθηκες τόσο τυχερός όσο άλλοι άνθρωποι, για πολύ καιρό..
Για σένα που άργησες να γνωρίσεις την αληθινή, την ειλικρινή, την άνευ όρων αγάπη.
Ερωτεύτηκες, δόθηκες και παραδόθηκες, ένιωσες την καρδιά σου να τρέμει, να διαπερνά ολόκληρη την ύπαρξή σου και να σε συνταράζει. Την άφησες να σε οδηγήσει σε δρόμους ζωής, σε δεσμά διφορούμενα.
Μέρα με τη μέρα, απόμειναν το πρόσωπο και το σώμα σου αχάιδευτα, μοναχικά. Η καρδιά σου πικραμένη. Η ψυχή σου, αυτή η απρόσμενα τρυφερή ψυχή, διψασμένη για συναίσθημα, δεν έπαψε να παλεύει, να διεκδικεί το οξυγόνο της: τον έρωτα, τη συγκίνηση, τη στοργή.
Έκανες τα πάντα για να είσαι επιθυμητός, πρόσεχες τον εαυτό σου, τους τρόπους, την εμφάνισή σου.. χωρίς να το συνειδητοποιείς, έχτισες ένα αριστούργημα, ομορφιά μέσα κι έξω..
Πάλεψες σκληρά για να σώσεις ό,τι πίστευες πως μπορούσε να σωθεί, μάταιος κόπος, όμως.. βρέθηκες να παλεύεις μόνος, εγκλωβισμένος στο τερέν της μοναξιάς σου.
Κι όσο η αγάπη αυτή που τόσο πόθησες δεν έφτανε σε σένα, όσο η στοργική αγκαλιά που ονειρεύτηκες είχε πάντοτε μια ταμπέλα”ΚΛΕΙΣΤΟΝ” αντί για δύο χέρια ανοιχτά, τόσο κι εσύ άρχισες να ξεχνάς, ώσπου λησμόνησες..
Κλείστηκες στη μοναξιά σου, δεσμεύτηκες στους φόβους σου και ξέχασες.. Τι όμορφη που είναι η μέρα σου, όταν ξυπνάς από ένα γλυκό φιλί στο πλευρό σου.. Τι γλυκό ύπνο φέρνει μια αγαπημένη αγκαλιά..
Τα ξέχασες όλα και βάλθηκες να κρύβεσαι, να χάνεσαι..τη φοβήθηκες τόσο την αγάπη, μέχρι που άρχισες να τη φοβίζεις πια εσύ ο ίδιος.. τη στερήθηκες σε σημείο που πια την έδιωχνες εσύ. Δεν την αναγνώριζες, έμοιαζε ξένη.
Πάγωσες, μόνος έξω στην ερημιά, χωρίς σκέπασμα, χωρίς ήλιο.. έκανες πανωφόρι σου την άμυνα και κλείστηκες στον εαυτό σου..
Κι όταν ήρθε πια η ώρα να συναντήσεις αυτό που σου επιφύλασσε η ζωή.. αιφνιδιασμός..
Η μοίρα, η τύχη, όπως θέλεις πες το, σε αποζημίωσαν.. όλα όσα στερήθηκες, ήρθαν μια μέρα και στάθηκαν, εκεί, μπροστά σου.
Ένα χέρι σου ζωγράφισε το μοναδικό του πόθο: να σε αγγίζει, να γίνει το χάδι που γλυκαίνει τον αέρα που αναπνέεις.
Ένα βλέμμα καρφώθηκε μέσα στα μάτια σου και είδε όλο τον κόσμο.
Ένα σώμα πλημμύρισε από το πλησίασμά σας και υπέταξε τους ρυθμούς του στους δικούς σου.
Προκάλεσες έναν έρωτα που μοιάζει με θύελλα, που πήρε μια καρδιά και τη σήκωσε, την ξελόγιασε.
Αγάπη μου.. με φωνάζεις γελώντας «τρελή», που σου αφιερώνω στο τέρμα με τα παράθυρα ανοιχτά.. που γράφω για σένα, από σένα.. που βρίσκω το καλύτερό μου χιούμορ όταν είμαι μαζί σου.. καμιά φορά τα όσα νιώθω σου μοιάζουν υπερβολικά..
Άνοιξε τα μάτια σου και δες την αλήθεια: αξίζεις την αγάπη, τον πόθο, το πάθος και όλη τη γλύκα του έρωτα. Αφήσου σε όλα αυτά και δέξου τα, άσε αυτή τη «ζεστή βροχή» να σε λούσει..
Μην κλείνεσαι, μην ξεχνιέσαι στη λησμονιά, παράτα την, δεν είναι για σένα.. νιώσε το θαύμα της αγάπης και άφησέ το να κλείσει τις παλιές πληγές σου, αυτές που τόσο δεν άξιζες..
Ήρθα για να φτιάξω ένα σπίτι για τον έρωτά μας και θα το κάνω. Και θα σε περιμένω να σταθείς στο κατώφλι, να μου πεις «Γεια» και να με πάρεις αγκαλιά.
Σε προειδοποιώ, όμως: δεν πρόκειται να βγω από ‘κει μέσα ποτέ.